Δευτέρα 12 Αυγούστου 2019

ΑΠΔΠΧ 26/2019: Άσκηση διορθωτικών εξουσιών της Αρχής βάσει του ΓΚΠΔ και επιβολή προστίμου


Με την υπ' αριθ. 26/2019 απόφασή της, η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (ΑΠΔΠΧ), με αφορμή καταγγελία κατά της εταιρίας PWC για παράνομη επεξεργασία προσωπικών δεδομένων των εργαζομένων σε αυτή, διερεύνησε αυτεπαγγέλτως τη νομιμότητα της εν λόγω επεξεργασίας, την οποία θεώρησε ως μη σύννομη και προέβη στην άσκηση διορθωτικών εξουσιών, κατά το άρθρο 58 παρ. 2 του Γενικού Κανονισμού για την Προστασία Δεδομένων (ΓΚΠΔ), καθώς και στην επιβολή διοικητικού προστίμου, κατ' άρθρο 83 ΓΚΠΔ.

Η απόφαση αυτή παρουσιάζει ενδιαφέρον, διότι εφαρμόζει για πρώτη φορά την αρχή της λογοδοσίας που κατοχυρώνεται στο άρθρο 5 παρ. 2 ΓΚΠΔ, σύμφωνα με την οποία ο υπεύθυνος επεξεργασίας φέρει την ευθύνη και είναι σε θέση να αποδείξει τη συμμόρφωση με με τις αρχές του άρθρου 5 παρ. 1 ΓΚΠΔ. Όπως δέχεται η απόφαση, για να είναι νόμιμη η επεξεργασία προσωπικών δεδομένων, θα πρέπει να θεμελιώνεται σε νομική βάση κατά το άρθρο 6 ΓΚΠΔ, αλλά και, σωρευτικά, να τηρούνται οι αρχές για την επεξεργασία δεδομένων που προβλέπονται στο άρθρο 5 ΓΚΠΔ (βλ. ΔΕΕ, απόφαση της 16-01-2019 στην υπόθεση C- 496/2017 Deutsche Post AG κατά Hauptzollamt Köln, ECLI:EU:C:2019:26, σκ. 57).

Μία από τις βασικές αρχές του άρθρου 5 ΓΚΠΔ είναι και η αρχή της θεμιτής ή δίκαιης επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα (άρθρο 5 παρ. 1 α΄ ΓΚΠΔ), σύμφωνα με την οποία, ο υπεύθυνος επεξεργασίας οφείλει να ενημερώνει το υποκείμενο των δεδομένων ότι πρόκειται να επεξεργαστεί τα δεδομένα του με νόμιμο και διαφανή τρόπο. Η απόφαση της Αρχής έκανε δεκτό ότι στενά συνδεδεμένη με την αρχή αυτή και με την αρχή του περιορισμού του σκοπού (άρθρο 5 παρ. 1 γ΄ ΓΚΠΔ), καθώς ο υπεύθυνος επεξεργασίας πρέπει να επιλέγει την κατάλληλη νομική βάση για την επεξεργασία πριν από την έναρξη της επεξεργασίας, αλλά και να ενημερώνει για αυτή το υποκείμενο των δεδομένων, σύμφωνα με το άρθρο 13 παρ. 1 εδ. γ΄και 14 παρ. 1 εδ. γ΄ΓΚΠΔ. 

Στην απόφασή της, η ΑΠΔΠΧ δέχεται σχετικά ότι: "η επιλογή της νομικής βάσης επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα πρέπει να λαμβάνει χώρα προ της έναρξης της επεξεργασίας, ο δε υπεύθυνος επεξεργασίας υποχρεούται με βάση την αρχή της λογοδοσίας (βλ. άρ. 5 παρ. 2 σε συνδ. με 24 και 32 ΓΚΠΔ) να επιλέξει την κατάλληλη νομική βάση εκ των προβλεπομένων από το άρθρο 6 παρ. 1 ΓΚΠΔ, καθώς και να είναι σε θέση να αποδείξει στο πλαίσιο της εσωτερικής συμμόρφωσης την τήρηση των αρχών του άρθρου 5 παρ. 1 ΓΚΠΔ, περιλαμβανομένης αυτονοήτως και της τεκμηρίωσης επί τη βάσει της οποίας κατέληξε στην οικεία νομική βάση."

Η ΑΠΔΠΧ ορθώς, επίσης, δέχθηκε ότι η επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα των εργαζομένων δεν μπορεί να στηρίζεται στη συγκατάθεση, αλλά στην εκτέλεση σύμβασης κατ' άρθρο 6 παρ. 1 β΄ ΓΚΠΔ. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, ζητήθηκε η παροχή συγκατάθεσης από τους εργαζόμενους της εταιρίας PWC, μεταξύ των άλλων και για τη διαβίβαση δεδομένων εκτός Ελλάδας ή τη συναίνεση στον έλεγχο και παρακολούθηση από την εταιρία των μέσων επικοινωνίας και του ηλεκτρονικού εξοπλισμού. Η ενέργεια αυτή βρισκόταν ασφαλώς σε αντίθεση με τον ΓΚΠΔ, διότι δεν νοείται παροχή ελεύθερης συγκατάθεσης για την επεξεργασία δεδομένων των εργαζομένων. Στη συνέχεια, δε η εν λόγω εταιρία χρησιμοποίηση την εν μέρει ακατάλληλη νομική βάση της εκτέλεσης της σύμβασης για όλους τους σκοπούς επεξεργασίας.

Το καίριο, εν προκειμένω, ζήτημα είναι τι συνεπάγεται η επιλογή εσφαλμένης νομικής βάσης για την επεξεργασία και ειδικότερα, αν συνιστά παραβίαση της αρχής της λογοδοσίας. Η αρχή της λογοδοσίας κατοχυρώνεται στο άρθρο 5 παρ. 2 ΓΚΠΔ και εξειδικεύεται στο άρθρο 24 ΓΚΠΔ (βλ. Ι. Ιγγλεζάκη, Ο Γενικός Κανονισμός Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων. Το νέο νομικό πλαίσιο προστασίας προσωπικών δεδομένων, 2η εκδ. 2018, εκδ. Interactive Learning, 67, 111 επ.) και έχει το νόημα ότι ο υπεύθυνος της επεξεργασίας, λαμβάνοντας υπόψη τη φύση, το πεδίο εφαρμογής, το πλαίσιο και τους σκοπούς της επεξεργασίας, καθώς και τους κινδύνους διαφορετικής πιθανότητας επέλευσης και σοβαρότητας για τα δικαιώματα και τις ελευθερίες των φυσικών προσώπων, να εφαρμόζει κατάλληλα τεχνικά και ορ-γανωτικά μέτρα προκειμένου να διασφαλίζει και να μπορεί να αποδεικνύει ότι η επεξεργασία διενεργείται σύμφωνα με τον κανονισμό. Προς το σκοπό αυτό, πρέπει να εφαρμόζει κατάλληλες πολιτικές, σύμφωνα με το άρθρο 24 παρ. 2 ΓΚΠΔ.


Η ΑΠΔΠΧ δέχθηκε ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση διαπιστώνεται παραβίαση της αρχής της λογοδοσίας η οποία συνίσταται "κατ’ αρχήν στο ότι ο υπεύθυνος επεξεργασίας δεν κατάφερε να συμμορφωθεί με τις επιταγές των αρχών επεξεργασίας του άρθρου 5 παρ. 1 εδ. α’ ΓΚΠΔ και ιδίως δεν τεκμηρίωσε, στο πλαίσιο της εσωτερικής συμμόρφωσης, τους λόγους επιλογής της νομικής βάσης κατ’ αρ. 6 παρ. 1 ΓΚΠΔ ως κατάλληλης για την επίτευξη των σκοπών επεξεργασίας, αδυνατώντας παράλληλα να ανταποκριθεί σε σχετικό αίτημα της Αρχής. Επιπλέον δε, παραβιάσθηκε η αρχή της λογοδοσίας στο μέτρο κατά το οποίο ο υπεύθυνος επεξεργασίας επιβάρυνε τα υποκείμενα των δεδομένων με το σχετικό καθήκον, προκειμένου να συγκατατεθούν ότι τηρήθηκε η κατ’ αρ. 5 παρ. 1 εδ. γ’ ΓΚΠΔ αρχή της ελαχιστοποίησης των δεδομένων".

Συνακόλουθα, η Αρχή έλαβε υπόψη ότι η παραβίαση των αρχών του άρθρου 5 παρ. 1 α΄ και παρ. 2 ΓΚΠΔ υπάγεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 83 παρ. 5 εδ. α’ ΓΚΠΔ στις περιπτώσεις επιβολής διοικητικών προστίμων έως 20.000.000 EUR ή, σε περίπτωση επιχειρήσεων, έως το 4% του συνολικού παγκόσμιου ετήσιου κύκλου εργασιών του προηγούμενου οικονομικού έτους, ανάλογα με το ποιο είναι υψηλότερο. Στη συνέχεια, η απόφαση κάνει αναλυτική αναφορά στα προβλεπόμενα κριτήρια επιβολής προστίμων του άρθρο 83 παρ. 2 ΓΚΠΔ. Στο διατακτικό, δε, της απόφασης προβλέπεται ως διορθωτικό μέτρο κατ' άρθρο 58 παρ. 2 δ΄ ΓΚΠΔ η παροχή εντολής στην εταιρία  PWC να καταστήσει τις πράξεις επεξεργασίας προσωπικών δεδομένων σύμφωνες με τις διατάξεις του ΓΚΠΔ και να αποκαταστήσει των άρθρων 5 ΓΚΠΔ, ενώ επιβλήθηκε διοικητικό χρηματικό ποσό ύψους 150.000,00 ευρώ.

Η απόφαση αυτή της ΑΠΔΠΧ συνιστά συνεπή εφαρμογή των διατάξεων του ΓΚΠΔ, ιδίως σε ό,τι αφορά την αρχή της λογοδοσίας και υπευθυνότητας του υπεύθυνου επεξεργασίας. Γίνεται σαφές ότι η ελλιπής συμμόρφωση με τις διατάξεις ΓΚΠΔ, ακόμα και η μη συνεπής συμμόρφωση επισύρουν νομικές συνέπειες. Βεβαίως, η λεπτομερής ανάγνωση της απόφασης μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι δεν ήταν αρκετή η επιβολή διορθωτικών μέτρων και κρίθηκε αναγκαία η επιβολή διοικητικού προστίμου. Βεβαίως, σε περίπτωση μη τήρησης των υποχρεώσεων του άρθρου 24 ΓΚΠΔ δεν προβλέπεται επιβολή διοικητικού προστίμου παρά μόνο διορθωτικών μέτρων του άρθρου 58 ΓΚΠΔ (βλ. Ιγγλεζάκη, ό.π., σελ. 120). Για το λόγο αυτό, η απόφαση επικαλείται τη διάταξη του άρθρου 83 παρ. 5 α΄ ΓΚΠΔ, κρίνοντας ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση θεμελιώνεται παραβίαση των γενικών αρχών του άρθρου 5 ΓΚΠΔ. Κατά την άποψή μας, η επιλογή εσφαλμένης νομικής βάσης για την επεξεργασία προσωπικών δεδομένων και η ενημέρωση του υποκειμένου των δεδομένων για αυτήν, δεν συνιστά παραβίαση της αρχής της θεμιτής επεξεργασίας ούτε και της αρχής της διαφάνειας που πρέπει να διέπει την επεξεργασία, κατά το άρθρο 5 παρ. 1 α΄ ΓΚΠΔ και για το λόγο αυτό δεν παρίσταται δικαιολογημένη η εφαρμογή του άρθρου 83 παρ. 5 α΄ ΓΚΠΔ στη συγκεκριμένη περίπτωση.







Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου