Παρασκευή 18 Μαρτίου 2016

Κύρωση της Σύμβασης για το έγκλημα στον Κυβερνοχώρο και του Προσθέτου Πρωτοκόλλου της – Μεταφορά της Οδηγίας 2013/40/ΕΕ

Μετά από πολυετή αδράνεια της Ελληνικής Πολιτείας, πρόκειται σύντομα να ψηφισθεί νόμος για την κύρωση της Σύμβασης για το Κυβερνοέγκλημα, αλλά και για τη μεταφορά της οδηγίας 2013/40/Ε για τις επιθέσεις κατά συστημάτων πληροφοριών.

Ειδικότερα, η ανακοίνωση του Υπουργού Δικαιοσύνης έχει ως εξής:

Τίθεται από σήμερα σε δημόσια διαβούλευση η νομοθετική πρωτοβουλία του Υπουργείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, υπό τον τίτλο: «Κύρωση της Σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης για το έγκλημα στον Κυβερνοχώρο και του Προσθέτου Πρωτοκόλλου της, σχετικά με την ποινικοποίηση πράξεων ρατσιστικής και ξενοφοβικής φύσης, που διαπράττονται μέσω Συστημάτων Υπολογιστών, καθώς και μεταφορά στο ελληνικό δίκαιο της οδηγίας 2013/40/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της Ευρώπης για τις επιθέσεις κατά συστημάτων πληροφοριών και την αντικατάσταση της απόφασης – πλαισίου 2005/222/ΔΕΥ του Συμβουλίου και άλλες διατάξεις».
Δεδομένης της σπουδαιότητας της συγκεκριμένης πρωτοβουλίας, σας καλώ να συμμετάσχετε στη δημόσια ηλεκτρονική διαβούλευση, διατυπώνοντας τις απόψεις και τις παρατηρήσεις σας στις σχετικές ρυθμίσεις. Η διαβούλευση θα ολοκληρωθεί τη Δευτέρα, 28 Μαρτίου 2016 και ώρα 14:00.
Νικόλαος Παρασκευόπουλος
Υπουργός Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων


Δείτε εδώ το σχέδιο νόμου:
http://www.opengov.gr/ministryofjustice/wp-content/uploads/downloads/2016/03/2016_03_16_Sxedio_Nomou_Min_Justice.pdf 


Και επίσης, τη διαβούλευση:

Τετάρτη 16 Μαρτίου 2016

Επιτηδευματίας που θέτει δωρεάν στη διάθεση του κοινού ένα ασύρματο τοπικό δίκτυο με πρόσβαση στο Διαδίκτυο


ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ MACIEJ SZPUNAR της 16ης Μαρτίου 2016  Υπόθεση C‑484/14 Tobias Mc Fadden κατά Sony Music Entertainment Germany GmbH 
[αίτηση του Landgericht München I (Γερμανία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως]



Δημοσιεύθηκαν οι προτάσεις του Γεν. Εισαγγελέα του ΔΕΕ στην ως άνω υπόθεση, η οποία αφορά προδικαστική παραπομπή με την οποία ζητείται η έκδοση απόφασης που αφορά στο ζήτημα της ευθύνης του ιδιοκτήτη διαδικτυακής σύνδεσης που διατηρεί σε λειτουργία μέσω ασύρματου δικτύου (Wi-Fi). Μέσω αυτής της συνδέσεως, στις 4 Σεπτεμβρίου 2010, ένα μουσικό έργο προσφέρθηκε παράνομα προς τηλεφόρτωση. Η Sony Music, η οποία είναι παραγωγός φορέων ηχητικής εγγραφής και κάτοχος δικαιωμάτων επί του έργου αυτού, με έγγραφο της προέβη σε όχληση του ως άνω προσώπου για την προσβολή των δικαιωμάτων της. Ο εναγόμενος υποστήριξε, μεταξύ άλλων, ότι αποκλείεται η ευθύνη του δυνάμει των διατάξεων του γερμανικού δικαίου που μεταφέρουν στην εθνική έννομη τάξη το άρθρο 12, παράγραφος 1, της οδηγίας 2000/31. Ωστόσο, το αιτούν δικαστήριο εκθέτει ότι κλίνει προς την εφαρμογή κατ’ αναλογία της αποφάσεως του Bundesgerichtshof της 12ης Μαΐου 2010, Sommer unseres Lebens (I ZR 121/08), εκτιμώντας ότι η απόφαση αυτή, που αφορά ιδιώτες, ισχύει κατά μείζονα λόγο στην περίπτωση ενός επιτηδευματία ο οποίος διατηρεί σε λειτουργία ένα δίκτυο Wi‑Fi ανοικτό στο κοινό.


Τα βασικά ερωτήματα που τέθηκαν ήταν: παρέχει επιτηδευματίας, ο οποίος, στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων του, διατηρεί σε λειτουργία ένα ασύρματο τοπικό δίκτυο με πρόσβαση στο Διαδίκτυο (στο εξής: δίκτυο Wi‑Fi), ανοικτό στο κοινό και δωρεάν, υπηρεσία της κοινωνίας της πληροφορίας κατά την έννοια της οδηγίας 2000/31/ΕΚ; Κατά πόσον περιορίζεται η ευθύνη του λόγω των προσβολών του δικαιώματος του δημιουργού εκ μέρους τρίτων χρηστών; Μπορεί ένα τέτοιο πρόσωπο που διατηρεί σε λειτουργία ένα δημόσιο δίκτυο Wi‑Fi να εξαναγκασθεί, μέσω διαταγής, να προστατεύει την πρόσβαση στο δίκτυό του με κωδικό προσβάσεως;


Καταρχήν, ο Γεν. Εισαγγελέας αναφέρει ότι τα άρθρα 2, στοιχεία αʹ, και βʹ, και 12, παράγραφος 1, της οδηγίας 2000/31 έχουν την έννοια ότι έχουν εφαρμογή σε πρόσωπο το οποίο, παρεπομένως σε σχέση με την κύρια οικονομική του δραστηριότητα, διατηρεί σε λειτουργία ένα δίκτυο Wi‑Fi με σύνδεση στο Διαδίκτυο, ανοικτό στο κοινό και δωρεάν.


Στη συνέχεια, κρίνει ότι το άρθρο 12, παράγραφοι 1 και 3, της οδηγίας 2000/31 αντιτίθεται στην καταδίκη ενός ενδιάμεσου φορέα παροχής υπηρεσιών απλής μεταδόσεως συνεπεία οποιουδήποτε αιτήματος που συνεπάγεται τη διαπίστωση αστικής ευθύνης του. Το άρθρο αυτό αντιτίθεται επομένως όχι μόνο στην επιβολή υποχρεώσεως αποζημιώσεως στον ενδιάμεσο φορέα παροχής υπηρεσιών, αλλά και στην καταδίκη του στα έξοδα οχλήσεως και στα δικαστικά έξοδα σε σχέση με την προσβολή του δικαιώματος του δημιουργού εκ μέρους τρίτου λόγω των διαβιβαζόμενων πληροφοριών. Το ίδιο άρθρο δεν αντιτίθεται στην έκδοση διαταγής επ’ απειλή χρηματικής ποινής.


Στη συνέχεια, εξετάζει το ζήτημα αν τα τρία μέτρα που μνημονεύονται στο ένατο ερώτημα, υπό βʹ, ήτοι η διακοπή της διαδικτυακής συνδέσεως, η προστασία της με κωδικό προσβάσεως ή ο έλεγχος κάθε επικοινωνίας που διεξάγεται μέσω αυτής, μπορούν να είναι συμβατά προς την οδηγία 2000/31. Ο Γεν. Εισαγγελέας θεωρεί ότι μέτρο που διατάσσει τη διακοπή λειτουργίας της διαδικτυακής συνδέσεως προδήλως δεν συμβιβάζεται με την απαίτηση δίκαιης εξισορροπήσεως των θεμελιωδών δικαιωμάτων, εφόσον θίγει το ουσιώδες περιεχόμενο του δικαιώματος της επιχειρηματικής ελευθερίας του προσώπου το οποίο, έστω και παρεπομένως, ασκεί οικονομική δραστηριότητα που συνίσταται στην παροχή προσβάσεως στο Διαδίκτυο. Ένα τέτοιο μέτρο θα ήταν αντίθετο προς το άρθρο 3 της οδηγίας 2004/48, δυνάμει του οποίου το δικαστήριο που εκδίδει τη διαταγή οφείλει να μεριμνά ώστε τα προσδιοριζόμενα μέτρα να μη παρακωλύουν το νόμιμο εμπόριο.


Όσον αφορά το μέτρο που υποχρεώνει τον ιδιοκτήτη της διαδικτυακής συνδέσεως να ελέγχει όλες τις επικοινωνίες που διεξάγονται μέσω αυτής, αυτό θα προσέκρουε προφανώς στην απαγόρευση γενικής υποχρεώσεως ελέγχου, που προβλέπεται στο άρθρο 15, παράγραφος 1, της οδηγίας 2000/31.


Όσον αφορά δε την προστασία της πρόσβασης σε ασύρματο δίκτυο, έχει τη γνώμη ότι η επιβολή υποχρεώσεως προστασίας της προσβάσεως στο δίκτυο Wi‑Fi, ως μέθοδος προστασίας του δικαιώματος του δημιουργού στο πλαίσιο του Διαδικτύου, δεν θα τηρούσε την απαίτηση δίκαιης ισορροπίας μεταξύ, αφενός, της προστασίας του δικαιώματος διανοητικής ιδιοκτησίας, της οποίας απολαύουν οι κάτοχοι του δικαιώματος του δημιουργού, και, αφετέρου, της προστασίας της επιχειρηματικής ελευθερίας η οποία ισχύει για τους φορείς παροχής των σχετικών υπηρεσιών. Περιορισμός της προσβάσεως σε νόμιμες επικοινωνίες θα συνεπαγόταν επιπλέον περιορισμό της ελευθερίας εκφράσεως και πληροφορήσεως. Υπό γενικότερο πρίσμα, η ενδεχόμενη γενίκευση της υποχρεώσεως προστασίας των δικτύων Wi‑Fi, ως μέθοδος προστασίας του δικαιώματος του δημιουργού εντός του Διαδικτύου, θα ήταν ικανή να επιφέρει ένα μειονέκτημα για όλη την κοινωνία, που θα εγκυμονούσε τον κίνδυνο να υπερβαίνει το ενδεχόμενο όφελός της για τους κατόχους αυτών των δικαιωμάτων. Αφενός, τα δημόσια δίκτυα Wi‑Fi που χρησιμοποιούνται από μεγάλο αριθμό ατόμων έχουν σχετικώς περιορισμένο εύρος ζώνης και, επομένως, δεν είναι πολύ εκτεθειμένα στις προσβολές των έργων και των αντικειμένων που προστατεύονται από το δικαίωμα του δημιουργού. Αφετέρου, τα σημεία προσβάσεως Wi‑Fi εμφανίζουν αναμφισβήτητα σημαντικό δυναμικό για την καινοτομία. Κάθε μέτρο που εγκυμονεί τον κίνδυνο να ανακόψει την εξέλιξη αυτής της δραστηριότητας πρέπει επομένως να εξετάζεται επιμελώς σε σχέση με το ενδεχόμενο όφελός του.


Καταλήγοντας, η πρόταση του Γεν. Εισαγγελέα είναι η εξής:

1) Τα άρθρα 2, στοιχεία αʹ και βʹ, και 12, παράγραφος 1, της οδηγίας 2000/31/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2000, για ορισμένες νομικές πτυχές των υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας, ιδίως του ηλεκτρονικού εμπορίου, στην εσωτερική αγορά (οδηγία για το ηλεκτρονικό εμπόριο), έχουν την έννοια ότι έχουν εφαρμογή σε κάθε πρόσωπο, το οποίο, παρεπομένως σε σχέση με την κύρια οικονομική του δραστηριότητα, διατηρεί σε λειτουργία ένα ασύρματο τοπικό δίκτυο Wi‑Fi με σύνδεση στο Διαδίκτυο, ανοικτό στο κοινό και δωρεάν.

2) Το άρθρο 12, παράγραφος 1, της οδηγίας 2000/31 αντιτίθεται στην καταδίκη ενός ενδιάμεσου φορέα παροχής υπηρεσιών απλής μεταδόσεως συνεπεία οποιουδήποτε αιτήματος που συνεπάγεται τη διαπίστωση αστικής ευθύνης του. Το άρθρο αυτό αντιτίθεται επομένως όχι μόνο στην επιβολή υποχρεώσεως αποζημιώσεως στον φορέα παροχής τέτοιων υπηρεσιών, αλλά και στην καταδίκη του στα έξοδα οχλήσεως και στα δικαστικά έξοδα σε σχέση με την προσβολή του δικαιώματος του δημιουργού εκ μέρους τρίτου λόγω των διαβιβαζόμενων πληροφοριών.

3) Το άρθρο 12, παράγραφοι 1 και 3, της οδηγίας 2000/31 δεν αντιτίθεται στην έκδοση διαταγής δικαστηρίου, συνοδευόμενης με απειλή χρηματικής ποινής.

Κάθε εθνικό δικαστήριο, όταν εκδίδει μια τέτοια διαταγή, οφείλει να βεβαιώνεται:

– ότι τα οικεία μέτρα συνάδουν προς το άρθρο 3 της οδηγίας 2004/48/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, σχετικά με την επιβολή των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας, και, μεταξύ άλλων, ότι είναι αποτελεσματικά, σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας και αποτρεπτικού χαρακτήρα·

– ότι σκοπό έχουν την παύση συγκεκριμένης προσβολής δικαιώματος ή την πρόληψή της και δεν συνεπάγονται γενική υποχρέωση ελέγχου, σύμφωνα με τα άρθρα 12, παράγραφος 3, και 15, παράγραφος 1, της οδηγίας 2000/31, και

– ότι η εφαρμογή των διατάξεων αυτών, καθώς και άλλων λεπτομερειών που προβλέπονται δυνάμει του εθνικού δικαίου, εξασφαλίζει δίκαιη ισορροπία μεταξύ των εφαρμοστέων εν προκειμένω θεμελιωδών δικαιωμάτων, ειδικότερα δε των προστατευόμενων, αφενός, από τα άρθρα 11 και 16 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης καθώς και, αφετέρου, από το άρθρο 17, παράγραφος 2, αυτού.

4) Τα άρθρα 12, παράγραφος 3, και 15, παράγραφος 1, της οδηγίας 2000/31, ερμηνευόμενα υπό το πρίσμα των απαιτήσεων που απορρέουν από την προστασία των εφαρμοστέων θεμελιωδών δικαιωμάτων, δεν αντιτίθενται, κατ’ αρχήν, στην έκδοση διαταγής που αφήνει στον αποδέκτη της την επιλογή των συγκεκριμένων προς λήψη μέτρων. Εναπόκειται παρά ταύτα στον επιληφθέντα αιτήσεως εκδόσεως διαταγής εθνικό δικαστή να βεβαιωθεί για την ύπαρξη κατάλληλων μέτρων, σύμφωνα με τους περιορισμούς που απορρέουν από το ενωσιακό δίκαιο.

Οι εν λόγω διατάξεις αντιτίθενται στην έκδοση διαταγής που απευθύνεται σε διατηρούντα σε λειτουργία ασύρματο τοπικό δίκτυο Wi‑Fi με σύνδεση στο Διαδίκτυο, ανοικτό στο κοινό και δωρεάν, παρεπομένως σε σχέση με την κύρια οικονομική του δραστηριότητα, όταν ο αποδέκτης της διαταγής δεν μπορεί να συμμορφωθεί προς αυτή παρά μόνο:

– διακόπτοντας τη διαδικτυακή σύνδεση, ή

– προστατεύοντάς τη με κωδικό προσβάσεως, ή

– ελέγχοντας κάθε επικοινωνία που διεξάγεται μέσω αυτής ως προς το αν το συγκεκριμένο έργο που προστατεύεται από το δικαίωμα του δημιουργού μεταδίδεται εκ νέου παρανόμως.