Με την υπ' αριθ. 1/2016 Απόφαση της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα κρίθηκε η νομιμότητα κρυφών καμερών ασφαλείας. Η ύπαρξη τέτοιων καμερών που λάμβαναν εικόνα από χώρους που δεν είναι οι απολύτως απαραίτητοι εν όψει του σκοπού της προστασίας προσώπων και αγαθών κρίνεται παράνομη και επισύρει διοικητικό πρόστιμο. Αξίζει να σημειωθεί ότι το ζήτημα της χρήσης βιντεοεπιτήρησης για το σκοπό της προστασίας προσώπων και αγαθών ρυθμίζεται στην υπ' αριθ. 1/2011 Οδηγία της Αρχής, στην οποία αναφέρεται ότι η εγκατάσταση καµερών από κάθε πρόσωπο που έχει εµπράγµατο δικαίωµα σε σχέση µε το συγκεκριµένο χώρο ή είναι υπεύθυνο για τη διαχείρισή του επιτρέπεται, εφόσον τηρούνται οι προϋποθέσεις νοµιµότητας που περιγράφονται στην προαναφερθείσα Οδηγία. Επιπλέον, βασική προϋπόθεση, για τη νοµιµότητα της επεξεργασίας είναι η τήρηση της αρχής της αναλογικότητας, υπό την έννοια ότι τα συλλεγόµενα δεδοµένα πρέπει να είναι αναγκαία και πρόσφορα για τον επιδιωκόµενο σκοπό, ο οποίος θα πρέπει να µη δύναται να επιτευχθεί µε ηπιότερα µέσα και ειδικότερα: α) το σύστηµα δεν θα πρέπει να χρησιµοποιείται για την επιτήρηση των εργαζοµένων εντός των χώρων αυτών, εκτός από ειδικές εξαιρετικές περιπτώσεις όπου αυτό δικαιολογείται από τη φύση και τις συνθήκες εργασίας και είναι απαραίτητο για την προστασία της υγείας και της ασφάλειας των εργαζοµένων ή την προστασία κρίσιµων χώρων εργασίας (π.χ. στρατιωτικά εργοστάσια, τράπεζες, εγκαταστάσεις υψηλού κινδύνου) και β) τα δεδοµένα που συλλέγονται µέσω συστήµατος βιντεοεπιτήρησης δεν επιτρέπεται να χρησιµοποιηθούν ως αποκλειστικά κριτήρια για την αξιολόγηση της συµπεριφοράς και της αποδοτικότητας των εργαζοµένων. Ακόμα, ο υπεύθυνος επεξεργασίας πρέπει να ενημερώνει κάθε πρόσωπο προτού εισέλθει στην εμβέλεια του συστήματος βιντεοσκόπησης, αναρτώντας ευδιάκριτες πινακίδες, αλλά και να ενημερώνει την Αρχη για τη λειτουργία του συστήματος.
Ακολουθεί το κείμενο της απόφασης:
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ∆ΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ∆Ε∆ΟΜΕΝΩΝ
ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ
Αθήνα, 15-01-2016
Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/202/15-01-2016
Α Π Ο Φ Α Σ Η ΑΡ. 1/2016 (Τµήµα)
Η Αρχή Προστασίας ∆εδοµένων Προσωπικού Χαρακτήρα συνεδρίασε σε σύνθεση Τµήµατος στην έδρα της την Τετάρτη 16-12-2015 και ώρα 09:00 µετά από πρόσκληση του Προέδρου της, σε συνέχεια της από 03-12-2015 και εξ αναβολής της από 21-10-2015 συνεδρίασης, προκειµένου να εξετάσει την υπόθεση που αναφέρεται στο ιστορικό της παρούσας. Παρέστησαν οι Π. Χριστόφορος, Πρόεδρος της Αρχής, και τα αναπληρωµατικά µέλη Σπυρίδων Βλαχόπουλος, Γρηγόριος Λαζαράκος, ως εισηγητής, και Χαράλαµπος Ανθόπουλος, σε αντικατάσταση των τακτικών µελών Λεωνίδα Κοτσαλή, Αναστασίου – Ιωάννη Μεταξά και ∆ηµητρίου Μπριόλα, αντίστοιχα, οι οποίοι, αν και εκλήθησαν νοµίµως εγγράφως δεν παρέστησαν λόγω κωλύµατος. Στη συνεδρίαση παρέστησαν, επίσης, µε εντολή του Προέδρου, οι Κ. Λιµνιώτης και Ι. Λυκοτραφίτης, ειδικοί επιστήµονες – πληροφορικοί, ως βοηθοί εισηγητή. Επίσης, παρέστη, µε εντολή του Προέδρου, και η Ε. Παπαγεωργοπούλου, υπάλληλος του ∆ιοικητικού – Οικονοµικού Τµήµατος της Αρχής, ως γραµµατέας.
Η Αρχή έλαβε υπόψη της τα παρακάτω:
Υποβλήθηκε στην Αρχή η µε αριθµ. πρωτ. Γ/ΕΙΣ/3449/16-06-2015 καταγγελία, σύµφωνα µε την οποία στην εταιρεία «ERGOACCOUNTING ΛΟΓΙΣΤΕΣ ΦΟΡΟΤΕΧΝΙΚΟΙ ΣΥΜΒΟΥΛΟΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ» (εφεξής, υπεύθυνος επεξεργασίας) έχουν εγκατασταθεί κρυφές κάµερες πάνω από γραφεία εργαζοµένων.
Στο πλαίσιο εξέτασης της εν λόγω καταγγελίας, η Αρχή πραγµατοποίησε στις 10 Ιουλίου 2015 επιτόπιο διοικητικό έλεγχο στις εγκαταστάσεις του υπεύθυνου επεξεργασίας στην Αθήνα, σύµφωνα µε το άρθρο 19 στοιχ. η) ν. 2472/1997, χωρίς προηγούµενη ενηµέρωση του υπευθύνου επεξεργασίας. Ο έλεγχος πραγµατοποιήθηκε από τους υπαλλήλους του Τµήµατος Ελεγκτών της Γραµµατείας της Αρχής Κωνσταντίνο Λιµνιώτη και Ιωάννη Λυκοτραφίτη (εφεξής «οµάδα ελέγχου»), µετά από την υπ’ αριθµ. πρωτ. Γ/ΕΞ/3886/10-07-2015 εντολή του Προέδρου της Αρχής.
Πριν τη διενέργεια του επιτόπιου ελέγχου εξετάστηκε το µητρώο γνωστοποιήσεων που τηρεί η Αρχή, όπου δεν βρέθηκε κατατεθειµένη γνωστοποίηση για επεξεργασία δεδοµένων µέσω συστήµατος βιντεοεπιτήρησης από τον υπεύθυνο επεξεργασίας.
Στο πλαίσιο του ελέγχου, η οµάδα ελέγχου διενήργησε επιτόπιο έλεγχο στους χώρους της επιχείρησης, οι οποίοι απαρτίζονται από το χώρο εισόδου (υποδοχής) και άλλα τέσσερα (4) αυτόνοµα γραφεία, ενώ στο ένα γραφείο υπάρχει ειδικός χώρος (ερµάριο σε εσοχή) µε ηλεκτρολογικό εξοπλισµό (RACK εξυπηρετητών, router κτλ.). Επίσης, εξέτασε σταθµούς εργασίας για τυχόν λογισµικό του συστήµατος βιντεοεπιτήρησης, ενώ συνέλεξε φωτογραφικό υλικό από τους χώρους και τους ανιχνευτές κίνησης, εντός των οποίων τελικά προέκυψε ότι υπήρχαν τοποθετηµένες κάµερες. Τα ανωτέρω πειστήρια του ελέγχου υποβλήθηκαν στην Αρχή (αρ. πρωτ. Αρχής: Γ/ΕΙΣ/3908/13-07-2015).
∆εδοµένου ότι δεν εντοπίστηκε οθόνη παρακολούθησης του συστήµατος βιντεοεπιτήρησης, και η εικόνα µεταδιδόταν –βάσει δήλωσης του ∆ιευθύνοντος Συµβούλου του υπευθύνου επεξεργασίας Α που ήταν παρών κατά τον επιτόπιο έλεγχο– µέσω ∆ιαδικτύου στο φορητό του υπολογιστή που δεν βρισκόταν στο χώρο, η οµάδα ελέγχου ζήτησε να σταλεί σε µεταγενέστερο του επιτόπιου ελέγχου χρόνο φωτογραφικό υλικό που να αποτυπώνει το πεδίο λήψης του συστήµατος, καθώς επίσης και να σταλεί και η ακριβής τεχνική περιγραφή αυτού. Τα ανωτέρω εστάλησαν στη συνέχεια στην Αρχή µέσω µηνυµάτων ηλεκτρονικού ταχυδροµείου (µε τα υπ’ αριθµ. πρωτ. Γ/ΕΙΣ/3924/14-07-2015 και Γ/ΕΙΣ/4134/24-07-2015 έγγραφα).
Μετά την ολοκλήρωση του επιτόπιου ελέγχου και την εξέταση του συνόλου των ανωτέρω στοιχείων, η οµάδα ελέγχου υπέβαλε στην Αρχή το µε αριθµ. πρωτ. Γ/ΕΙΣ/4200/29- 07-2015 πόρισµα του ελέγχου (εφεξής «Πόρισµα»).
Όπως διαπιστώνεται στο Πόρισµα και καταγράφεται στα ευρήµατα: 1. Το εν λόγω σύστηµα βιντεοεπιτήρησης αποτελείται από δύο (2) κάµερες, µία στο χώρο υποδοχής και µία σε χώρο γραφείου. Το πεδίο λήψης της κάµερας στο χώρο υποδοχής δεν περιορίζεται σε χώρους εισόδου και εξόδου, όπως επιτάσσει το άρ. 7 της Οδηγίας 1/2011, αλλά επίσης λαµβάνει εικόνα και από γραφεία/σταθµούς εργασίας – για το ένα δε γραφείο η κάµερα λαµβάνει εικόνα και από την οθόνη του υπολογιστή που βρίσκεται στη θέση εργασίας. Η κάµερα στο εσωτερικό γραφείο λαµβάνει επίσης εικόνα από γραφείο/σταθµό εργασίας – όπου και σε αυτήν την περίπτωση λαµβάνεται εικόνα από την οθόνη του υπολογιστή που βρίσκεται στη θέση εργασίας. 2. Και οι δύο κάµερες του συστήµατος είναι κρυφές (µη εµφανείς), τοποθετηµένες εντός ανιχνευτών κίνησης (αισθητήρων), οι οποίοι αποτελούν τµήµα συστήµατος ασφαλείας που είχε εγκατασταθεί από επιχείρηση που παλαιότερα στεγαζόταν στο χώρο και το οποίο δεν είναι πλέον σε λειτουργία. Επίσης, δεν υπάρχουν ενηµερωτικές πινακίδες περί της ύπαρξης των καµερών (όπως επιτάσσει το άρ. 12 της Οδηγίας 1/2011). Σηµειώνεται επίσης ότι, όπως επισηµαίνεται και στο Πόρισµα, κατά τον επιτόπιο έλεγχο οι εκπρόσωποι του υπεύθυνου επεξεργασίας δήλωσαν ότι η µόνη κάµερα που έχει εγκατασταθεί είναι αυτή στο χώρο υποδοχής και δεν αναφέρθηκε η ύπαρξη της δεύτερης –επίσης κρυφής– κάµερας. Η κάµερα στο χώρο υποδοχής τοποθετήθηκε, όπως ειπώθηκε, κατόπιν συµβάντος κλοπής που έλαβε χώρα περίπου ένα µήνα πριν από την ηµεροµηνία του ελέγχου, όπου άγνωστος εισήλθε για λίγα δευτερόλεπτα στο χώρο και έκλεψε προσωπικά είδη υπαλλήλου που βρίσκονταν αφύλακτα πλησίον της πόρτας εισόδου του χώρου υποδοχής. Για το εν λόγω συµβάν ο υπάλληλος έκανε αναφορά στην Αστυνοµία, βεβαίωση της οποίας ακολούθως υποβλήθηκε στην Αρχή (υπ’ αριθµ. πρωτ. Γ/ΕΙΣ/3917/13-07-2015 έγγραφο) όπου και προσδιορίζεται ότι το εν λόγω συµβάν έλαβε χώρα την ..-..-2015. Η κάµερα αυτή τοποθετήθηκε, όπως ειπώθηκε προφορικά κατά τον έλεγχο, δοκιµαστικά, και ενδεχόµενα το σύστηµα να τροποποιούνταν συνολικά στο µέλλον. Για την ύπαρξη της δεύτερης κάµερας υπήρξε σχετική δήλωση µεταγενέστερα από τον τεχνικό εγκατάστασης Β, για την οποία ειπώθηκε ότι τοποθετήθηκε για το σκοπό της προστασίας του ηλεκτροµηχανολογικού εξοπλισµού που βρίσκεται στο συγκεκριµένο γραφείο. 3. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας δεν έχει υποβάλει στην Αρχή γνωστοποίηση του εν λόγω συστήµατος βιντεοεπιτήρησης.
Η εταιρεία «ERGOACCOUNTING ΛΟΓΙΣΤΕΣ ΦΟΡΟΤΕΧΝΙΚΟΙ ΣΥΜΒΟΥΛΟΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ» κλήθηκε νοµίµως, µε το υπ’ αριθµ. πρωτ. Γ/ΕΞ/3449-1/05-10-2015 έγγραφο της Αρχής, σε ακρόαση ενώπιον της Αρχής στη συνεδρίαση της 21-10-2015, ως υπεύθυνος επεξεργασίας, για να δώσει περαιτέρω διευκρινίσεις και να εκθέσει διεξοδικά τις απόψεις της επί των ανωτέρω. Με το ίδιο έγγραφο διαβιβάστηκε στον υπεύθυνο επεξεργασίας και το ως άνω Πόρισµα. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας, δια του νοµίµου εκπροσώπου του Αναστάσιου Κεφαλά, δικηγόρου, ζήτησε – µε το υπ’ αριθµ. πρωτ. Γ/ΕΙΣ/5343/19-10-2015 αίτηµα µέσω ηλεκτρονικού ταχυδροµείου– και έλαβε από την Αρχή αναβολή για τη συζήτηση της υπόθεσης, η οποία πραγµατοποιήθηκε την Πέµπτη 03-12-2015. Για την ηµεροµηνία της νέας συνεδρίασης, ο υπεύθυνος επεξεργασίας ενηµερώθηκε µε το υπ’ αριθµ. πρωτ. Γ/ΕΞ/3449-3/26-11-2015 έγγραφο της Αρχής.
Στη συνεδρίαση της 03-12-2015, παρέστησαν νοµίµως, ως εκπρόσωποι του υπευθύνου επεξεργασίας, ο Γ, Αντιπρόεδρος, καθώς επίσης και ο δικηγόρος Α. Κεφαλάς. Κατά την ακρόαση, οι ως άνω εκπρόσωποι εξέθεσαν προφορικά τις απόψεις τους, δηλώνοντας µεταξύ άλλων τα εξής: α) Οι κάµερες δεν τοποθετήθηκαν για σκοπούς ελέγχου του προσωπικού, αλλά για το σκοπό της ασφάλειας. Η πόρτα στην είσοδο, µέχρι να λάβει χώρα το ως άνω αναφερθέν συµβάν κλοπής, δεν έκλεινε. β) Ο υπεύθυνος επεξεργασίας δεν γνώριζε για την εκ µέρους του υποχρέωση περί τοποθέτησης ενηµερωτικών πινακίδων, τις οποίες και –όπως δήλωσε– έσπευσε να τοποθετήσει µετά τον έλεγχο. Προς τούτο, επέδειξε σχετικές φωτογραφίες που καταδεικνύουν την τοποθέτηση πινακίδων στους χώρους των γραφείων, τις οποίες φωτογραφίες υπέβαλε και στην Αρχή µε το υπ’ αριθµ. πρωτ. Γ/ΕΙΣ/6351/03-12-2015 έγγραφο. γ) Στα δύο γραφεία/σταθµούς εργασίας που καλύπτουν τα πεδία λήψης των καµερών, δεν εργάζονται υπάλληλοι σε µόνιµη βάση. δ) Η απόφαση για τα χαρακτηριστικά του συστήµατος (µετάδοση εικόνας, τοποθέτηση καµερών εντός των ανιχνευτών κίνησης κτλ.) λήφθηκε από τον τεχνικό εγκατάστασης του συστήµατος. ε) Όλοι οι εργαζόµενοι ήταν ενήµεροι για την τοποθέτηση και λειτουργία των καµερών.
Οι εκπρόσωποι του υπευθύνου επεξεργασίας δήλωσαν κατά την ακρόασή τους ότι, δεδοµένων των προφορικών, διευκρινίσεων που έδωσαν, δεν κρίνουν σκόπιµη την υποβολή εγγράφου υποµνήµατος. Ακολούθως, ο υπεύθυνος επεξεργασίας υπέβαλε στην Αρχή γνωστοποίηση για το εν λόγω σύστηµα, µε το υπ’ αριθµ. πρωτ. ΓΝ/ΕΙΣ/2728/04-12-2015 έγγραφό του.
Η Αρχή, µετά από εξέταση των προαναφεροµένων στοιχείων και µνεία των λεχθέντων κατά τη συνεδρίαση της 03-12-2015, άκουσε τον εισηγητή και τις διευκρινίσεις των βοηθών εισηγητή, οι οποίοι στη συνέχεια αποχώρησαν πριν από τη διάσκεψη και τη λήψη απόφασης, και κατόπιν διεξοδικής συζήτησης,
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
1. Σύµφωνα µε το άρθρο 2 στοιχ. α΄ ν. 2472/1997 και τις αιτιολογικές σκέψεις 14-17 στο προοίµιο της Οδηγίας 95/46/ΕΚ, τα δεδοµένα εικόνας, εφόσον αναφέρονται σε πρόσωπα, συνιστούν δεδοµένα προσωπικού χαρακτήρα. 2. Η αποθήκευση και διαβίβαση εικόνας προσώπου, η οποία συλλέγεται από σύστηµα βιντεοεπιτήρησης, που λειτουργεί µόνιµα, συνεχώς ή κατά τακτά χρονικά διαστήµατα, σε κλειστό ή ανοικτό χώρο συγκέντρωσης ή διέλευσης προσώπων, συνιστά επεξεργασία δεδοµένων προσωπικού χαρακτήρα και µάλιστα εν όλω ή εν µέρει αυτοµατοποιηµένη κατά την έννοια των άρθρων 2 στοιχ. δ' και 3 παρ. 1 ν. 2472/1997. 3. Σύµφωνα µε το άρθρο 6 παρ. 1 ν. 2472/1997, «ο υπεύθυνος επεξεργασίας υποχρεούται να γνωστοποιήσει εγγράφως στην Αρχή, τη σύσταση και λειτουργία αρχείου ή την έναρξη της επεξεργασίας». 4. Το ζήτηµα της χρήσης συστηµάτων βιντεοεπιτήρησης για το σκοπό της προστασίας προσώπων και αγαθών ρυθµίζεται στην υπ’ αριθµ. 1/2011 Οδηγία της Αρχής. Σύµφωνα µε την Οδηγία αυτή, η εγκατάσταση καµερών από κάθε πρόσωπο που έχει εµπράγµατο δικαίωµα σε σχέση µε το συγκεκριµένο χώρο ή είναι υπεύθυνο για τη διαχείρισή του επιτρέπεται, εφόσον τηρούνται οι προϋποθέσεις νοµιµότητας που περιγράφονται στην προαναφερθείσα Οδηγία. Βασική προϋπόθεση, κατά την έννοια του άρθρου 4 παρ. 1 ν. 2472/1997, για τη νοµιµότητα της επεξεργασίας είναι η τήρηση της αρχής της αναλογικότητας (άρθρο 5 της Οδηγίας), υπό την έννοια ότι τα συλλεγόµενα δεδοµένα πρέπει να είναι αναγκαία και πρόσφορα για τον επιδιωκόµενο σκοπό, ο οποίος θα πρέπει να µη δύναται να επιτευχθεί µε ηπιότερα µέσα. Η αρχή της αναλογικότητας, για την επεξεργασία δεδοµένων µέσω συστήµατος βιντεοεπιτήρησης, αναλύεται στα άρθρα 6 και 7 της Οδηγίας. Ειδικότερα, στο άρθρο 7 της Οδηγίας όπου ρυθµίζεται το ζήτηµα της βιντεοεπιτήρησης σε χώρους εργασίας, αναφέρονται – µεταξύ άλλων - τα εξής: i. Το σύστηµα δεν θα πρέπει να χρησιµοποιείται για την επιτήρηση των εργαζοµένων εντός των χώρων αυτών, εκτός από ειδικές εξαιρετικές περιπτώσεις όπου αυτό δικαιολογείται από τη φύση και τις συνθήκες εργασίας και είναι απαραίτητο για την προστασία της υγείας και της ασφάλειας των εργαζοµένων ή την προστασία κρίσιµων χώρων εργασίας (π.χ. στρατιωτικά εργοστάσια, τράπεζες, εγκαταστάσεις υψηλού κινδύνου). Για παράδειγµα, σε έναν τυπικό χώρο γραφείων επιχείρησης, η βιντεοεπιτήρηση πρέπει να περιορίζεται σε χώρους εισόδου και εξόδου, χωρίς να επιτηρούνται συγκεκριµένες αίθουσες γραφείων ή διάδροµοι. Εξαίρεση µπορεί να αποτελούν συγκεκριµένοι χώροι, όπως ταµεία ή χώροι µε χρηµατοκιβώτια, ηλεκτροµηχανολογικό εξοπλισµό κλπ., υπό τον όρο ότι οι κάµερες εστιάζουν στο αγαθό που προστατεύουν κι όχι στους χώρους των εργαζοµένων. ii. Σε κάθε περίπτωση, τα δεδοµένα που συλλέγονται µέσω συστήµατος βιντεοεπιτήρησης δεν επιτρέπεται να χρησιµοποιηθούν ως αποκλειστικά κριτήρια για την αξιολόγηση της συµπεριφοράς και της αποδοτικότητας των εργαζοµένων (βλ. υπ' αριθµ. 115/2001 Οδηγία για την επεξεργασία των προσωπικών δεδοµένων των εργαζοµένων, τµήµα Ε', παρ. 6 – 8).
Περαιτέρω, η υποχρέωση ενηµέρωσης που βαρύνει κάθε υπεύθυνο επεξεργασίας σύµφωνα µε το άρθρο. 11 ν. 2472/1997, ρυθµίζεται στο άρθρο 12 της υπ’ αριθµ. 1/2011 Οδηγίας για την περίπτωση επεξεργασίας δεδοµένων µέσω συστήµατος βιντεοεπιτήρησης για το σκοπό της προστασίας προσώπων. Όπως αναφέρεται στο εν λόγω άρθρο, ο υπεύθυνος επεξεργασίας, πριν ένα πρόσωπο εισέλθει στην εµβέλεια του συστήµατος βιντεοεπιτήρησης, οφείλει να το ενηµερώνει, µε τρόπο εµφανή και κατανοητό, ότι πρόκειται να εισέλθει σε χώρο που βιντεοσκοπείται. Προς τούτο, πρέπει να αναρτώνται σε επαρκή αριθµό και εµφανές µέρος ευδιάκριτες πινακίδες, όπου θα αναγράφεται το πρόσωπο για λογαριασµό του οποίου γίνεται η βιντεοσκόπηση (υπεύθυνος επεξεργασίας), ο σκοπός, καθώς και το άτοµο µε το οποίο οι ενδιαφερόµενοι µπορούν να επικοινωνήσουν για να ασκήσουν τα δικαιώµατα που ο ν. 2472/1997 αναγνωρίζει στο υποκείµενο των δεδοµένων.
5. Με βάση τα ανωτέρω σηµειώνονται τα εξής: i. Το εν λόγω σύστηµα βιντεοεπιτήρησης δεν είχε γνωστοποιηθεί στην Αρχή, ως εκ τούτου υπήρξε παραβίαση του άρθρου 6 ν. 2472/1997 (βλ. επίσης και ειδικότερα το άρθρο 10 της υπ’ αριθµ. 1/2011 Οδηγίας). Η εν λόγω γνωστοποίηση υποβλήθηκε εκ των υστέρων, µετά και την ακρόαση του υπευθύνου επεξεργασίας ενώπιον της Αρχής. ii. Το εν λόγω σύστηµα βιντεοεπιτήρησης δεν πληροί τις προϋποθέσεις νοµιµότητας που τίθενται στο άρθρο 7 της υπ’ αριθµ. 1/2011 Οδηγίας της Αρχής. Και τούτο διότι το πεδίο λήψης των καµερών δεν περιορίζεται σε χώρους εισόδου και εξόδου ή σε χώρο ηλεκτροµηχανολογικού εξοπλισµού, αλλά καλύπτει και θέσεις εργασίας, επιτρέποντας κατ’ αυτόν τον τρόπο την παρακολούθηση τυχόν υπαλλήλων που εργάζονται σε αυτές (όπως, για παράδειγµα, παρακολούθηση της οθόνης του υπολογιστή τους). Σηµειώνεται ότι, µε κατάλληλη στρέψη των καµερών, θα µπορούσε να επιτευχθεί – και για τις δύο κάµερες – ο περιορισµός του πεδίου λήψης τους στον απολύτως απαραίτητο εν όψει του επιδιωκόµενου σκοπού. Επισηµαίνεται επίσης ότι το γεγονός ότι στα γραφεία/σταθµούς εργασίας που καλύπτουν τα πεδία λήψης των εν λόγω καµερών δεν εργάζονται υπάλληλοι σε µόνιµη βάση –όπως δήλωσε ο υπεύθυνος επεξεργασίας κατά την ακρόαση– δεν συνεπάγεται ότι η επιτήρηση των εν λόγω γραφείων είναι σύµφωνη µε το άρθρο 7 της ως άνω Οδηγίας, διότι στα εν λόγω γραφεία υπάρχουν ηλεκτρονικοί υπολογιστές και, συνεπώς, έστω και περιστασιακά, ενδέχεται να γίνεται χρήση τους από εργαζοµένους. Εξάλλου, δεδοµένου ότι οι κάµερες του συστήµατος είναι κρυφές και η εικόνα µεταδίδεται στο φορητό υπολογιστή του ∆ιευθύνοντος Συµβούλου (µε αποτέλεσµα να µπορεί να έχει ανά πάσα στιγµή αποµακρυσµένη πρόσβαση στην εικόνα που λαµβάνεται), δεν προκύπτει σαφώς ούτε διασφαλίζεται τεχνικώς ότι ο σκοπός της επεξεργασίας είναι αποκλειστικά µόνο η προστασία προσώπων και αγαθών. Ως εκ τούτου, για την επεξεργασία µέσω του εν λόγω συστήµατος δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις νοµιµότητας του άρθρου 4 ν. 2472/1997. iii. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας δεν είχε συµµορφωθεί µε την υποχρέωση ενηµέρωσης που τίθεται στο άρθρο 12 της υπ’ αριθµ. 1/2011 Οδηγίας. Και τούτο διότι δεν είχε τοποθετήσει, µέχρι την ηµεροµηνία πραγµατοποίησης του ελέγχου, καµία ενηµερωτική πινακίδα περί της ύπαρξης των καµερών, ενώ επιπρόσθετα οι κάµερες του συστήµατος είναι κρυφές, καθιστώντας αδύνατη την αναγνώρισή τους σε οποιονδήποτε εισερχόµενο στο χώρο (σηµειώνεται µάλιστα ότι αισθητήρες κίνησης υπάρχουν και σε άλλους χώρους του υπευθύνου επεξεργασίας, συνεπώς µπορούν ανά πάσα στιγµή να τοποθετηθούν και πρόσθετες αντίστοιχες κρυφές κάµερες, χωρίς αυτό να γίνει αντιληπτό αν ο υπεύθυνος επεξεργασίας δεν συµµορφωθεί µε την υποχρέωση ενηµέρωσης). Επιπλέον, δεν τεκµηριώνεται και το αν οι εργαζόµενοι ενηµερώθηκαν προσηκόντως για την εγκατάσταση και λειτουργία του συγκεκριµένου συστήµατος (µόνο κατά δήλωση του υπευθύνου επεξεργασίας, κατά την ακρόασή του ενώπιον της Αρχής, αναφέρεται ότι οι εργαζόµενοι ήταν ενήµεροι). Σε κάθε περίπτωση, οποιοσδήποτε άλλος εισερχόµενος στο χώρο δεν θα µπορούσε να γνωρίζει για τη βιντεοσκόπηση που πραγµατοποιείται. Σηµειώνεται ότι, µε βάση το φωτογραφικό υλικό που προσκοµίστηκε µε το υπ’ αριθµ. πρωτ. Γ/ΕΙΣ/6351/03-12-2015 έγγραφο, έχουν πλέον τοποθετηθεί δύο πινακίδες: µία στην πόρτα εισόδου και µία εντός του χώρου υποδοχής. ∆εν φαίνεται να έχει αναρτηθεί σχετική πινακίδα εντός του εσωτερικού γραφείου όπου βρίσκεται η δεύτερη κρυφή κάµερα (στην ανωτέρω αναφερθείσα υπ΄ αριθµ. πρωτ. ΓΝ/ΕΙΣ/2728/04-12-2015 γνωστοποίηση έχουν δηλωθεί δύο (2) πινακίδες). Οι πινακίδες αναγράφουν ότι ο χώρος βιντεοσκοπείται, χωρίς κάποια περαιτέρω αναφορά στα στοιχεία που προδιαγράφονται στο άρθρο 12 της υπ’ αριθµ. 1/2011 Οδηγίας, όπως για παράδειγµα τα στοιχεία του ατόµου µε το οποίο µπορεί να επικοινωνήσει κάποιος για να ασκήσει τα δικαιώµατά του. Κατά συνέπεια, για την επεξεργασία µέσω του εν λόγω συστήµατος υπήρξε παράβαση του άρθρου 11 ν. 2472/1997.
Ενόψει της βαρύτητας των παραβάσεων που διαπιστώθηκαν, κυρίως λόγω του γεγονότος ότι οι κάµερες ήταν κρυφές και ελάµβαναν εικόνα από χώρους που δεν είναι οι απολύτως απαραίτητοι εν όψει του σκοπού της προστασίας προσώπων και αγαθών, και λαµβάνοντας επίσης υπόψη τα όσα ανέφεραν οι εκπρόσωποι του υπεύθυνου επεξεργασίας κατά την ακρόασή τους καθώς επίσης και το ότι ο υπεύθυνος επεξεργασίας προέβη στην τοποθέτηση ενηµερωτικών πινακίδων και στην υποβολή γνωστοποίησης, η Αρχή κρίνει οµόφωνα ότι πρέπει να επιβληθεί στον υπεύθυνο επεξεργασίας η προβλεπόµενη στο άρθρο 21 παρ. 1 στοιχ. β΄ ν. 2472/1997 κύρωση που αναφέρεται στο διατακτικό της παρούσας.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Η Αρχή Προστασίας ∆εδοµένων Προσωπικού Χαρακτήρα:
1) Επιβάλλει, µε βάση τα άρθρα 19 παρ. 1 στοιχ. στ΄ και 21 ν. 2472/1997, στην εταιρεία «ERGOACCOUNTING ΛΟΓΙΣΤΕΣ ΦΟΡΟΤΕΧΝΙΚΟΙ ΣΥΜΒΟΥΛΟΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ» πρόστιµο χιλίων (1.000) ευρώ για τις ανωτέρω περιγραφόµενες παραβάσεις του ν. 2472/1997. 2) ∆ιατάσσει, µε βάση τα άρθρα 19 παρ. 1 στοιχ. στ΄ και 21 ν. 2472/1997, την εταιρεία «ERGOACCOUNTING ΛΟΓΙΣΤΕΣ ΦΟΡΟΤΕΧΝΙΚΟΙ ΣΥΜΒΟΥΛΟΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ» όπως προβεί αµέσως στις ακόλουθες ενέργειες και να ενηµερώσει σχετικά την Αρχή: α) Να τροποποιήσει, µε κατάλληλη στρέψη, τις κάµερες του συστήµατος, έτσι ώστε να µη λαµβάνεται εικόνα από γραφείο/σταθµό εργασίας όπου µπορεί να εργάζεται υπάλληλος του υπεύθυνου επεξεργασίας, β) Να τοποθετήσει σχετική ενηµερωτική πινακίδα και στο εσωτερικό γραφείο, µε τον ηλεκτροµηχανολογικό εξοπλισµό, όπου βρίσκεται η δεύτερη κάµερα, γ) Να φροντίσει για την παροχή κατάλληλης ενηµέρωσης σε όλους όσους εισέρχονται στο χώρο, µε όλα τα χαρακτηριστικά της ενηµέρωσης που προδιαγράφονται στο άρθρο 11 ν. 2472/1997 – συµπεριλαµβανοµένων του προσώπου για λογαριασµό του οποίου γίνεται η βιντεοσκόπηση (υπεύθυνος επεξεργασίας), του σκοπού αυτής, καθώς και του ατόµου µε το οποίο οι ενδιαφερόµενοι µπορούν να επικοινωνήσουν για να ασκήσουν τα δικαιώµατα που ο ν. 2472/1997 αναγνωρίζει στο υποκείµενο των δεδοµένων
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου