Παρασκευή 17 Ιουνίου 2016

Ηλεκτρονικός Τύπος


ΠΠρΑθ 3799/2015 ΔiΜΕΕ 2016, 77 επ.

Οι περί τύπου διατάξεις εφαρμόζονται αναλογικά και επί προσβολών προσωπικότητας, οι οποίες συντελούνται στο διαδίκτυο μέσω ηλεκτρονικών ιστοσελίδων των ήδη υπαρχόντων μέσων ενημέρωσης, ήτοι των ιστοσελίδων των εφημερίδων, των περιοδικών, των ραδιοφωνικών και τηλεοπτικών σταθμών. Η αναλογική αυτή εφαρμογή δεν χωρεί στην περίπτωση των ιστολογίων (blogs), καθώς ο σκοπός της δημιουργίας και της λειτουργίας τους δεν είναι η διάδοση πληροφοριών.

Οι περί τύπου διατάξεις εφαρμόζονται αναλογικά και επί προσβολών προσωπικότητας, οι οποίες συντελούνται στο διαδίκτυο μέσω ηλεκτρονικών ιστοσελίδων των ήδη υπαρχόντων μέσων ενημέρωσης, ήτοι των ιστοσελίδων των εφημερίδων, των περιοδικών, των ραδιοφωνικών και τηλεοπτικών σταθμών. Η αναλογική αυτή εφαρμογή δεν χωρεί στην περίπτωση των ιστολογίων (blogs), καθώς ο σκοπός της δημιουργίας και της λειτουργίας τους δεν είναι η διάδοση πληροφοριών.

Αναφορές:



  • ΠΠρΠειρ 4980/2009 (Διαδικασία Εργατικών Διαφορών) [Οι διατάξεις περί Τύπου δεν εφαρμόζονται στα ιστολόγια](σημ. Σπ. Τάσσης)
  • ΠΠρΘεσ 22228/2011 [Blogs. Μη εφαρμογή διατάξεων περί Τύπου](σημ. Σ. Τάσσης)



  • ΠΠρΘεσ 25552/2010 [Οι διατάξεις περί Τύπου δεν εφαρμόζονται στα ιστολόγια (blog)]


  • Σημείωμα:

    Η νομολογία των  δικαστηρίων στη Χώρα μας αντιμετώπισε το ζήτημα της αναλογικής εφαρμογής της νομοθεσίας περί Τύπου (Ν. 1178/1982) στον ηλεκτρονικό Τύπο και στα ιστολόγια, δίχως όμως να καταγράφεται μια ενιαία προσέγγιση. Ορισμένες αποφάσεις δέχθηκαν την αναλογική εφαρμογή των διατάξεων του ν. 1178/1982 στα ιστολόγια, με το σκεπτικό ότι για τις προσβολές της προσωπικότητας που συντελούνται στο Διαδίκτυο δεν υπάρχει ιδιαίτερο νομικό πλαίσιο και η αντιμετώπισή τους δεν μπορεί να γίνει παρά μόνο με αναλογική εφαρμογή της ήδη υπάρχουσας νομοθεσίας για τις προσβολές της προσωπικότητας μέσω του έντυπου ή ηλεκτρονικού Τύπου[1], ενώ άλλες αποφάσεις έκριναν ότι η νομοθεσία αυτή δεν βρίσκει εφαρμογή στα μη ειδησεογραφικά ιστολόγια, τα οποία δεν παρουσιάζουν την επιχειρηματική διάρθρωση ενός παραδοσιακού εντύπου ούτε έχουν ιεραρχική δομή οργάνωσης[2].

    Ζήτημα τέθηκε και σχετικά με την εφαρμογή της διαδικασίας των διαφορών από δημοσιεύματα ή ραδιοτηλεοπτικές εκπομπές (681 Δ ΚΠολΔ) στις διαφορές που ανακύπτουν στο Διαδίκτυο με ορισμένες αποφάσεις να μην δέχονται την εφαρμογή των διατάξεων αυτών και να παραπέμπουν στην τακτική διαδικασία. Πλέον με τον νέο ΚΠολΔ περιλαμβάνονται και οι διαφορές που αφορούν σε αποζημίωση περιουσιακής ζημίας ή ηθικής βλάβης που προκλήθηκε μέσω διαδικτύου στην ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών του άρθρο 614, σύμφωνα με την παρ. 7 του άρθρου αυτού.

    7. Διαφορές από δημοσιεύματα ή ραδιοτηλεοπτικές εκπομπές είναι οι κάθε φύσεως διαφορές που αφορούν σε αποζημιώσεις οποιοσδήποτε μορφής περιουσιακής ζημίας ή ηθικής βλάβης, που προκλήθηκε δια του τύπου ή με ραδιοφωνικές ή τηλεοπτικές εκπομπές, ή μέσω διαδικτύου και γενικά κάθε άλλο σύγχρονο μέσο διάδοσης πληροφοριών και ειδήσεων όπως και οι συναφείς προς αυτές αξιώσεις προστασίας της προσωπικότητας των προσβληθέντων.


    Επομένως, δημιουργείται πλέον ασφάλεια δικαίου, καθώς ρυθμίζεται ρητά η υπαγωγή των διαφορών που ανακύπτουν από δημοσιεύματα στο διαδίκτυο, στις ως άνω διατάξεις.




         [1]. Βλ. ΠολΠρΘεσ 16365/2013, αδημ., ΕφΑθ 8962/2006, ΕλλΔνη 48, 1518 επ., ΜονΠρΡοδ 44/2008, ΔiΜΕΕ 2009, 204 επ., με παρατηρήσεις Σ. Τάσση, σελ. 209.
         [2]. Βλ. ΠολΠρΠειρ 4980/2009, ΔiΜΕΕ 2010, 101 επ., με παρατηρήσεις Σ. Τάσση, σελ. 110 επ., ΠολΠρΘεσ 25552/2010, ΔiΜΕΕ 2010, 515 επ., ΠΠρΘεσ 222228/2011, ΔiΜΕΕ 2011, 379 επ., με παρατηρήσεις Σ. Τάσση, σελ. 382 και επ.




    Προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα - Εταιρείες ενημέρωσης οφειλετών για ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις


    Εισαγωγικό σημείωμα:


    Το Δικαστήριο έκρινε ότι η διαβίβαση προσωπικών δεδομένων οφειλέτη από Τραπεζική Εταιρία προς Εισπρακτική Εταιρία ήταν παράνομη για το λόγο ότι δεν ενημερώθηκε αυτός, σύμφωνα με το άρθρο 11 ν. 2472/1997 και ως εκ τούτου, υπέστη ηθική βλάβη και δικαιούται αποζημίωσης, σύμφωνα με το άρθρο 23 του ίδιου νόμου. Το Δικαστήριο απέρριψε τον ισχυρισμό της εναγόμενης ότι δεν είχε δυνατότητα πρόβλεψης της βλάβης του ενάγοντος (άρθρο 23 παρ. 1 εδ. 3 Ν. 2472/1997) και σε κάθε περίπτωση ότι η ως άνω συμπεριφορά της οφείλεται σε αμέλεια (άρθρο 23 παρ. 2 Ν. 2472/1997), με το σκεπτικό ότι μόνη η νόμιμη συλλογή των προσωπικών δεδομένων από την εναγομένη-υπεύθυνο επεξεργασίας, κατά την κατάρτιση της ως άνω σύμβασης, δεν αίρει την υποχρέωση της προς τήρηση και των λοιπών διατάξεων του Ν. 2472/1997, ήτοι του άρθρου 11 και συνεπώς και την δυνατότητα πρόβλεψης της, εκ της παραβάσεως της, βλάβης του ενάγοντα η δε ευθύνη της είναι νόθος αντικειμενική και ουδόλως αποδείχθηκε από την ίδια, φέρουσα το σχετικό βάρος, ότι ανυπαίτια αγνοούσε τα ως άνω θεμελιωτικά   της   υπαιτιότητας της πραγματικά γεγονότα. Επίσης, απέρριψε τον επικουρικά προβαλλόμενο από την εναγόμενη ισχυρισμό ότι το δικαίωμα του ενάγοντα ασκείται καθ' υπέρβαση των τιθέμενων από την διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ ορίων, καθόσον μόνον το γεγονός ότι ο τελευταίος (ενάγων) ρύθμισε επωφελώς και τελικώς εξόφλησε την οφειλή του, ουδόλως καθιστά την άσκηση του δικαιώματος του καταχρηστική.

    [Βλ. σχετικά και την απόφαση: ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ  1437/2014.]





    Αριθμός 96/2016

    ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ AΘΗΝΩΝ

    (...) 
    Με την κρινόμενη ο ενάγων εκθέτει ότι, στις 17.2.2015, η εναγόμενη διαβίβασε,- χωρίς προηγούμενη ενημέρωση του ως όφειλε, κατά την διάταξη του άρθρου 11 παρ. 1 και 3 του Ν. 2472/1997 και χωρίς την λήψη της ρητής και σαφούς συγκατάθεσης του, κατά την διάταξη του άρθρου 5 του Ν. 2472/1997,- τα συλλεγέντα, στις 22.8.2008, κατά την κατάρτιση σύμβασης χορήγησης πιστωτικής κάρτας, αναφερόμενα προσωπικά του δεδομένα, στην Εταιρεία Ενημέρωσης Οφειλετών για ληξιπρόθεσμες Απαιτήσεις με την επωνυμία «PanoInform Α.Ε.», υπάλληλος της οποίας τον κάλεσε, στις 17.2.2015, για να τον ενημερώσει για την ληξιπρόθεσμη οφειλή του και να διαπραγματευθεί τον τρόπο και χρόνο αποπληρωμής της. Ότι από την ως άνω παράνομη πράξη και παράλειψη της εναγόμενης, που, δια των προστηθέντων της, διαβίβασε τα προσωπικά του δεδομένα σε απροσδιόριστο αριθμό τρίτων ατόμων, κατά παράβαση των διατάξεων του ως άνω Νόμου, υπέστη ηθική βλάβη και για τους λόγους αυτούς αιτείται να υποχρεωθεί (η εναγόμενη), με απόφαση προσωρινά εκτελεστή, να του καταβάλλει ως χρηματική ικανοποίηση το, κατ' ελάχιστον οριζόμενο από την διάταξη του άρθρου 23 παρ. 2 του ως άνω Νόμου, ποσόν των 5.869, 40 ευρώ, με τον νόμιμο τόκο από της επιδόσεως της κρινόμενης και να καταδικασθεί στην δικαστική του δαπάνη.

    Η αγωγή αρμόδια και παραδεκτά εισάγεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου (άρθρα 14 παρ. 1α, 25, 37 ΚΠολΔ), κατά την διαδικασία των άρθρων 664επ. ΚΠολΔ(άρθρο 23 παρ. 3 Ν 2472/1997), είναι επαρκώς ορισμένη, απορριπτόμενου του περί του αντιθέτου ισχυρισμού της εναγόμενης και παρεπόμενα νόμιμη στηριζόμενη στις κατωτέρω αναφερόμενες διατάξεις του Ν. 2472/1997 και σ' αυτές των άρθρων 345, 346 ΑΚ, 907, 908, 176 ΚΠολΔ και θα πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα καθόσον καταβάλλεται το νόμιμο τέλος δικαστικού ενσήμου με τις ανάλογες υπέρ τρίτων προσαυξήσεις (υπ' αρ. 249409 και 254425 αγωγόσημα).

    Από την εκτίμηση της ένορκης κατάθεσης του μάρτυρα και της ανώμοτης εξέτασης του ενάγοντα (417 ΚΠολΔ), που περιλαμβάνονται στα ταυτάριθμα με τη παρούσα Πρακτικά, του συνόλου (671 ΚΠολΔ) των προσκομιζόμενων με επίκληση εγγράφων σε συνδυασμό με τα διδάγματα της Κοινής πείρας και λογικής (336 παρ. 4 ΚΠολΔ) και τις ομολογίες, που συνάγονται από το σύνολο των ισχυρισμών των διαδίκων (261 ΚΠολΔ), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά: Ο ενάγων, με την από 22.8.2008 αίτηση του, υποβληθείσα στην εναγόμενη, ζήτησε την χορήγηση πιστωτικής κάρτας και γνωστοποίησε στην τελευταία τα απλά προσωπικά δεδομένα του, που ήταν αναγκαία για την κατάρτιση της αντίστοιχης σύμβασης, ήτοι το όνομα, επώνυμο, πατρώνυμο, ημερομηνία γέννησης, αριθμό δελτίου ταυτότητας, διεύθυνση κατοικίας, αριθμό τηλεφώνου και επάγγελμα. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι η εναγόμενη, που είχε υπογράψει με την ανώνυμη εταιρεία του άρθρου 7 Ν. 3758/2009 με την επωνυμία «ΡΑΝΟ INFORM Α.Ε.», την από 2.11.2009 σύμβαση παροχής υπηρεσιών,- λόγω ανώμαλης εξέλιξης της ενοχής από την ως άνω πιστωτική κάρτα, ήτοι υπερημερίας του ενάγοντα-, διαβίβασε, χωρίς την προηγούμενη οφειλόμενη, κατ' άρθρο 11 Ν. 2472/1997 και της, κατ' εξουσιοδότηση αυτού, εκδοθείσας υπ' αρ. 1/1999 κανονιστικής πράξης της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (ΦΕΚ 555 Β76.5.1999), ενημέρωση του, τα ως άνω (απλά) προσωπικά δεδομένα του ως και το ύψος της ληξιπρόθεσμης οφειλής του, στην ως άνω εταιρεία, η οποία προέβη σε χρήση αυτών, καλώντας τον τηλεφωνικά, δια προστηθέντος υπαλλήλου της, στις 17.2.2015. Όπως προκύπτει από τον όρο 23 της ως άνω σύμβασης, το περιεχόμενο του οποίου έχει ως εξής: «Καθυστέρηση ολοσχερούς εξόφλησης από τον κάτοχο των ελαχίστων καταβολών ή του ποσού που αναφέρεται ως άμεσα πληρωτέο...και να αναθέσει την είσπραξη των οφειλομένων σε τρίτα, προς την Τράπεζα, φυσικά ή νομικά πρόσωπα, γνωστοποιώντας για τον σκοπό αυτό όσα προσωπικά στοιχεία του κατόχου ή/και του εγγυητή κρίνει απαραίτητο», ως και των υπ' αρ. 19 και 21.1 «επικαιροποιημένων όρων χρήσης, που του απεστάλησαν μαζί με το αντίγραφο κίνησης του λογαριασμού της κάρτας του», η παράθεση του περιεχομένου των οποίων παρέλκει καθόσον προσιδιάζουν στο ανωτέρω ήδη εκτιθέμενο (περιεχόμενο), η υποχρέωση της εναγόμενης-υπεύθυνου επεξεργασίας, όπως διαγράφεται από την διάταξη του άρθρου 11 Ν. 2472/1997 και την κατ' εξουσιοδότηση του νόμου αυτού εκδοθείσα υπ' αρ. 1/1999 κανονιστική πράξη της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (ΦΕΚ 555 Β76.5.1999), για ενημέρωση του υποκειμένου-ήδη ενάγοντα, ανεξαρτήτως συγκατάθεσης του, ουδόλως τηρήθηκε, προ της διαβίβασης, στις 17.2.2015, των προσωπικών του δεδομένων στην ως άνω μη διάδικο ανώνυμη εταιρεία. Τέλος αποδείχθηκε ότι, από την ως άνω παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά της εναγόμενης, που όφειλε να γνωρίζει τον κίνδυνο επέλευσης ζημίας λόγω των παρανόμων παραλείψεων και πράξεων της, ο ενάγων  υπέστη αιτιωδώς συνυφασμένη ηθική βλάβη για την αποκατάσταση της οποίας, δεδομένων των συνθηκών τέλεσης, της έντασης της προσβολής της έννομης τάξης, του βαθμού πταίσματος της, του κοινωνικού ρόλου, που οφείλει να επιτελεί, πέραν του οικονομικού/ κερδοσκοπικού, του οικονομικού μεγέθους της και της κοινωνικής και οικονομικής θέσης του ενάγοντα, η καταβλητέα εύλογη χρηματική ικανοποίηση πρέπει να οριστεί στο ποσό των 5.869, 40 ευρώ (ΑΠ 1740/2013, ΕφΑΘ 1437/2014, 3833/2003 ΤΝΠ Νόμος). Ο ισχυρισμός της εναγόμενης ότι δεν είχε δυνατότητα πρόβλεψης της βλάβης του ενάγοντος (άρθρο 23 παρ. 1 εδ. 3 Ν. 2472/1997) και σε κάθε περίπτωση ότι η ως άνω συμπεριφορά της οφείλεται σε αμέλεια (άρθρο 23 παρ. 2 Ν. 2472/1997) τυγχάνει απορριπτέος καθόσον μόνη η νόμιμη συλλογή των προσωπικών δεδομένων από την εναγομένη-υπεύθυνο επεξεργασίας, κατά την κατάρτιση της ως άνω σύμβασης, δεν αίρει την υποχρέωση της προς τήρηση και των λοιπών διατάξεων του Ν. 2472/1997, ήτοι του άρθρου 11 και συνεπώς και την δυνατότητα πρόβλεψης της, εκ της παραβάσεως της, βλάβης του ενάγοντα η δε ευθύνη της είναι νόθος αντικειμενική και ουδόλως αποδείχθηκε από την ίδια, φέρουσα το σχετικό βάρος, ότι ανυπαίτια αγνοούσε τα ως άνω θεμελιωτικά   της   υπαιτιότητας της πραγματικά γεγονότα. Ωσαύτως απορριπτέος τυγχάνει ο επικουρικά προβαλλόμενος από την εναγόμενη ισχυρισμός ότι το δικαίωμα του ενάγοντα ασκείται καθ' υπέρβαση των τιθέμενων από την διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ ορίων, καθόσον μόνον το γεγονός ότι ο τελευταίος (ενάγων), όπως προκύπτει από την ΑΠ …/9.3.2015 αίτηση του προς την εναγόμενη, εξ' αφορμής σχετικής πρότασης, που του έγινε από την ως άνω εταιρεία «ΡΑΝΟ INFORM Α.Ε.», ρύθμισε επωφελώς και τελικώς εξόφλησε την οφειλή του από την κατά τα ανωτέρω χορηγηθείσα πιστωτική κάρτα ουδόλως καθιστά την άσκηση του δικαιώματος του καταχρηστική.

    Κατόπιν αυτών η κρινόμενη θα πρέπει να γίνει δεκτή ως ουσιαστικά βάσιμη και να υποχρεωθεί η εναγόμενη να καταβάλλει στον ενάγοντα, κατά στρογγυλοποίηση, το ποσόν των 5.869 ευρώ με τον νόμιμο τόκο από την επίδοση της κρινόμενης.. Το παρεπόμενο αίτημα περί κήρυξης της παρούσας προσωρινά εκτελεστής θα πρέπει να απορριφθεί καθόσον, κατά την εκτίμηση του Δικαστηρίου, δεν συντρέχουν εξαιρετικοί λόγοι προς τούτο (907, 908 ΚΠολΔ). Η εναγόμενη θα πρέπει, λόγω της ήττας της (176 ΚΠολΔ) να καταδικασθεί στην δικαστική δαπάνη του ενάγοντα, κατά τα οριζόμενα στο διατακτικό.


    ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

    ΔΙΚΑΖΕΙ με παρόντες τους διαδίκους.

    ΔΕΧΕΤΑΙ την αγωγή.

    ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ την εναγόμενη να καταβάλλει στον ενάγοντα το ποσόν των πέντε χιλιάδων οκτακοσίων εξήντα εννέα (5.869) ευρώ, με τον νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής.

    ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την εναγόμενη στην δικαστική δαπάνη, την οποία ορίζει στο ποσόν των διακοσίων πενήντα (250) ευρώ.

    ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στην Αθήνα, σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριο του συνεδρίαση, χωρίς την παρουσία διαδίκων και πληρεξουσίων δικηγόρων. 26 ΙΑΝ.2016

    ΕφΑθ 1143/2016 - Προσβολή προσωπικότητας λόγω δημοσιεύματος σε ιστολόγιο


    Αγωγή κατά κατόχου και διαχειριστή ειδησεογραφικού ιστολογίου, ο οποίος δημοσίευσε άρθρα-δημοσιεύματα, που συνέταξε ο ίδιος, τα οποία θίγουν την προσωπικότητά του ενάγοντα πλήττοντας την προσωπική τιμή και υπόληψή του καθόσον διαλαμβάνονται σʼ αυτά ψευδείς, συκοφαντικοί και υβριστικοί ισχυρισμοί εν γνώσει της αναλήθειας εκ μέρους του εναγομένου με σκοπό την τρώση της ηθικής, κοινωνικής και επαγγελματικής του υπόστασης και των οποίων έλαβε γνώση μεγάλος και μη δυνάμενος να προσδιοριστεί αριθμός χρηστών του διαδικτύου. Ορθώς το πρωτοβάθμιο δικαστήριο με την εκκαλουμένη απόφαση δέχθηκε ότι για την εκδίκαση της αγωγής με περιεχόμενο στο οποίο περιλαμβανόταν η επίκληση ότι το επίδικο ιστολόγιο είναι ειδησεογραφικό και οι επίδικες αναρτήσεις δεν έγιναν λόγω διαδραστικής επικοινωνίας αλλά προς σκοπό ενημερώσεως μεγάλου και μη δυνάμενου να προσδιοριστεί αριθμού χρηστών του διαδικτύου, εφαρμοστέα ήταν η διαδικασία των διαφορών που αφορούν προσβολές από δημοσιεύματα ή ραδιοτηλεοπτικές εκπομπές (άρθρο 681 Δ' ΚΠολΔ). Αοριστίας αγωγής κατά το μέρος που επιχειρείται να θεμελιωθεί αξίωση για καταβολή χρηματικής ικανοποίησης στις διατάξεις του Ν. 2472/1997 για την προστασία από επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα καθώς δεν αναφέρεται ειδικότερα σε αυτήν ποια είναι τα δεδομένα αυτά και σε ποια επεξεργασία υπεβλήθησαν από τον εναγόμενο προκειμένου να περιληφθούν σε αρχείο δεδομένων που τηρεί αυτός. 




    Αριθμός Απόφασης 1143/2016

    ΤΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
    Τμήμα 15ο

     (...)

    Ο ενάγων και ήδη εκκαλών - εφεσίβλητος, με την κρινόμενη από 18-10-2011 (αρ. εκθκαταθδικογρ. 173311/9762/2011) αγωγή του ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών κατά του εναγομένου, ήδη εκκαλούντος - εφεσίβλητου, ισχυρίστηκε ότι ο εναγόμενος με την ιδιότητα του κατόχου και διαχειριστή του αναφερόμενου στην αγωγή ειδησεογραφικού ιστολογίου, δημοσίευσε κατά τις αναφερόμενες στην αγωγή ημερομηνίες τα αναφερόμενα στην αγωγή άρθρα - δημοσιεύματα, που συνέταξε ο ίδιος, τα οποία θίγουν την προσωπικότητά του πλήττοντας την προσωπική τιμή και υπόληψή του καθόσον διαλαμβάνονται σʼ αυτά οι ειδικότερα αναφερόμενοι ψευδείς, συκοφαντικοί και υβριστικοί ισχυρισμοί εν γνώσει της αναλήθειας εκ μέρους του εναγομένου με σκοπό την τρώση της ηθικής, κοινωνικής και επαγγελματικής του υπόστασης και των οποίων έλαβε γνώση μεγάλος και μη δυνάμενος να προσδιοριστεί αριθμός χρηστών του διαδικτύου. Ότι περαιτέρω με την ενέργειά του αυτή προέβη στην επεξεργασία προσωπικών του δεδομένων, καθιστώντας αυτά προσιτά στο αναγνωστικό κοινό του ιστολογίου. Με το ιστορικό αυτό, ζήτησε, μετά από νόμιμο μερικό περιορισμό του αιτήματος του, τόσο με τις έγγραφες προτάσεις του, όσο και με δήλωση του πληρεξούσιου δικηγόρου του που καταχωρήθηκε στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά: α) να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να του καταβάλει το ποσό των 50.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη που υπέστη από τις άδικες πράξεις του με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής έως την εξόφληση, β) να υποχρεωθεί ο εναγόμενος, με την απειλή χρηματικής ποινής και προσωπικής κράτησης για κάθε ημέρα καθυστέρησης, να άρει την σε βάρος του προσβολή και να παραλείψει στο μέλλον τη δημοσίευση των πληροφοριών που διέδωσε και ανήρτησε με τα επιλήψιμα δημοσιεύματα, καθώς και κάθε νέα δημοσίευση, γ) να απαγγελθεί κατά του εναγομένου προσωπική κράτηση λόγω της αδικοπραξίας του, δ) να κηρυχθεί η απόφαση προσωρινά εκτελεστή και ε) να καταδικασθεί ο εναγόμενος στην καταβολή της δικαστικής του δαπάνης. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλούμενη απόφαση, δικάζοντας αντιμωλία των διαδίκων με τη διαδικασία του άρθρου 681Δ του ΚΠολΔ έκρινε ορισμένη και νόμιμη την αγωγή κατά τη βάση της που στηρίζεται στις διατάξεις περί προσβολής της προσωπικότητας, ενώ απέρριψε ως αόριστη τη βάση αυτής που θεμελιώνεται στις διατάξεις του Ν. 2472/1997 για την προστασία από επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, καθώς και το παρεπόμενο αίτημα να άρει ο εναγόμενος την προσβολή και στη συνέχεια δέχθηκε κατά ένα μέρος αυτή ως ουσιαστικά βάσιμη, υποχρεώνοντας τον εναγόμενο να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των 15.000 ευρώ με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της αγωγής και περαιτέρω υποχρέωσε τον εναγόμενο με την απειλή χρηματικής ποινής 1.000 ευρώ και προσωπική κράτηση τριών μηνών να παραλείπει την ίδια προσβολή της προσωπικότητας του ενάγοντος στο μέλλον. Κατά της απόφασης αυτής παραπονούνται τώρα οι διάδικοι με τις κρινόμενες εφέσεις, για τους περιεχόμενους σʼ αυτές λόγους, και ζητούν την εξαφάνισή της, ώστε κατά μεν τον εναγόμενο να απορριφθεί στο σύνολό της η αγωγή, κατά δε τον ενάγοντα να γίνει δεκτή η αγωγή του στο σύνολό της.

    Με το άρθρο 681Δ ΚΠολΔ καθιερώνεται ειδική διαδικασία εκδίκασης των διαφορών που αφορούν σε προσβολές από δημοσιεύματα ή ραδιοτηλεοπτικές εκπομπές. Ειδικότερα κατά την παρ. 1 του άρθρου αυτού κατά την ειδική διαδικασία των άρθρων 666 παρ. 1, 667, 671 παρ. 1-3, 672 και 673-676 ΚΠολΔ δικάζονται από το καθʼ ύλην αρμόδιο δικαστήριο όλες οι διαφορές που αφορούν σε αποζημιώσεις οποιασδήποτε μορφής περιουσιακής ζημίας ή ηθικής βλάβης που προκλήθηκε διά του τύπου ή με ραδιοφωνικές ή τηλεοπτικές εκπομπές και οι συναφείς προς αυτές αξιώσεις προστασίας της προσωπικότητας των προσβληθέντων. Από την ευρύτητα της διατύπωσης της διάταξης του άρθρου 681Δ παρ. 1 ΚΠολΔσυνάγεται ότι στην εν λόγω ειδική διαδικασία υπάγονται όλες οι αγωγές που αποσκοπούν στην αποκατάσταση κάθε περιουσιακής ζημίας ή στην ικανοποίηση της ηθικής βλάβης, καθώς και οι κάθε μορφής αξιώσεις προστασίας των προσώπων, των οποίων η περιουσία ή η προσωπικότητα προσεβλήθη από δημοσίευμα ή τηλεοπτική ή ραδιοφωνική εκπομπή του έντυπου ή ηλεκτρονικού τύπου, ασχέτως της ιδιότητας του εναγομένου, ο οποίος, καθώς ο νόμος δεν διακρίνει, μπορεί να είναι οποιοδήποτε πρόσωπο, του οποίου η συμπεριφορά προσέβαλε την προσωπικότητα του ενάγοντος (ΑΠ 1900/2006, ΧρΙΔ 2007/433). Η προαναφερόμενη διάταξη καθώς και αυτή του άρθρου μόνου παρ. 1 του ν. 1178/1981 "περί αστικής ευθύνης του τύπου και άλλων τινών διατάξεων", όπως τροποποιήθηκε με το ν. 2243/1994, εφαρμόζονται αναλόγως και επί προσβολών της προσωπικότητας οι οποίες συντελούνται στο διαδίκτυο μέσω ηλεκτρονικών ιστοσελίδων ή άλλων ιστοτόπων που λειτουργούν ως διεθνές μέσο διακίνησης πληροφοριών δεδομένου ότι για τις προσβολές αυτές δεν υπάρχει ιδιαίτερο θεσμικό πλαίσιο και η αντιμετώπισή τους δεν μπορεί να γίνει παρά μόνο με την αναλογική εφαρμογή της ήδη υπάρχουσας νομοθεσίας για τις προσβολές της προσωπικότητας μέσω του έντυπου (εφημερίδες, περιοδικά) ή του ηλεκτρονικού (τηλεόραση, ραδιόφωνο) τύπου, αφού και η διαδικτυακή πληροφόρηση δεν διαφέρει ως προς τα ουσιώδη στοιχεία της από εκείνη που παρέχεται από τον ηλεκτρονικό τύπο, ιδίως δε ως προς τα ιδιαίτερα εκείνα χαρακτηριστικά της που οδήγησαν τον νομοθέτη στην καθιέρωση ειδικής διαδικασίας για την εκδίκαση των διαφορών που ανακύπτουν από την λειτουργία τους, ήτοι την εμβέλεια δράσης του, που μάλιστα στο διαδίκτυο είναι παγκόσμια, και συνακόλουθα του αριθμού των αποδεκτών όσων διά αυτού διαδίδονται, που μεγεθύνει την προσβολή εκείνου που θίγεται από τη διάδοση συκοφαντικών, δυσφημιστικών ή εξυβριστικών ισχυρισμών (βλ. ΑΠ 1596/2011 σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΑΘ 3071/2014 σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΔωδ 220/2013 σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΔωδ. 36/2011 σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ680/2009 σε ΤΝΠ ΔΣΑ, ΕφΑΘ 8962/2006 σε ΤΝΠ Νόμος). Η άποψη ότι ελλείψει νομοθετικής ρύθμισης για τους ιστοτόπους η προσήκουσα διαδικασία είναι όχι η ανωτέρω διαδικασία που καθιερώνεται με τη διάταξη του άρθρου 681Δ ΚΠολΔ αλλά η τακτική διαδικασία, παραβλέπει το σύνολο των ιστολογιών που έχουν ειδησεογραφικό/ενημερωτικό περιεχόμενο μη αρκούμενα εκ του σκοπού τους μόνο σε ανταλλαγή απόψεων, ιδεών, σκέψεων και αναλύσεων μέσω διαδραστικής επικοινωνίας των χρηστών τους, κυρίως όμως παραβλέπει την αναγκαιότητα ταχείας εκδικάσεως των αναφυουσών διαφορών, σκοπό δηλαδή που επιτελεί η διάταξη του άρθρου 681Δ ΚΠολΔ της οποίας η καθιέρωση αποβλέπει στην ταχεία περάτωση των δικών και την επίτευξη οικονομίας χρόνου και δαπάνης, λόγω της φύσης των εν λόγω διαφορών και του κινδύνου συχνότητας αυτών, ανάγκη δηλαδή που εξυπηρετεί καταλληλότερα η ανωτέρω διάταξη (βλ. και Βαθρακοκοίλη ερμηνεία στο άρθρο 681Δ παρ. 2). Το πρωτοβάθμιο, επομένως, Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλουμένη απόφαση, δέχθηκε ότι για την εκδίκαση της κρινόμενης αγωγής με το προαναφερόμενο περιεχόμενο στο οποίο περιλαμβανόταν η επίκληση ότι το επίδικο ιστολόγιο είναι ειδησεογραφικό και οι επίδικες αναρτήσεις δεν έγιναν λόγω διαδραστικής επικοινωνίας αλλά προς σκοπό ενημερώσεως μεγάλου και μη δυνάμενου να προσδιοριστεί αριθμού χρηστών του διαδικτύου, εφαρμοστέα ήταν η διαδικασία των διαφορών που αφορούν προσβολές από δημοσιεύματα ή ραδιοτηλεοπτικές εκπομπές (άρθρο 681 Δ' ΚΠολΔ) δεν έσφαλε και όσα αντίθετα υποστηρίζει ο εκκαλών - εναγόμενος με τον πρώτο λόγο της έφεσής του είναι αβάσιμα και απορριπτέα. Άλλωστε η εκδίκαση της υποθέσεως με εσφαλμένη διαδικασία δεν παρέχει μόνη αυτή δικαίωμα εφέσεως, εκτός αν συνδέεται με επίκληση βλάβης ή αναρμοδιότητα του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου. Στην προκειμένη περίπτωση ο παραπάνω λόγος της κρινόμενης έφεσης του εναγομένου με τον οποίο ο τελευταίος παραπονείται για εσφαλμένη σχετική κρίση του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου αλυσιτελώς προτείνεται εφόσον δεν ισχυρίζεται επιπροσθέτως ότι υπέστη κάποια βλάβη και συνεπώς ο λόγος αυτός της έφεσής του πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος και με την πρόσθετη αυτή αιτιολογία (βλ. ομοίως ΕφΑθ 1747/1988 Δίκη σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

    Κατά μεν τη διάταξη του άρθρου 57 του ΑΚ, όποιος προσβάλλεται παράνομα στην προσωπικότητά του, έχει δικαίωμα να απαιτήσει να αρθεί η προσβολή και να μην επαναληφθεί στο μέλλον, ενώ αξίωση αποζημίωσης σύμφωνα με τις διατάξεις για τις αδικοπραξίες δεν αποκλείεται, κατά δε τη διάταξη του άρθρου 59 του ιδίου Κώδικα, στην περίπτωση του προηγούμενου άρθρου (57 του ΑΚ), το δικαστήριο με την απόφασή του, ύστερα από αίτηση αυτού που έχει προσβληθεί και αφού λάβει υπόψη το είδος της προσβολής, μπορεί επιπλέον να καταδικάσει τον υπαίτιο να ικανοποιήσει την ηθική βλάβη του προσβληθέντος. Η ικανοποίηση συνίσταται σε πληρωμή χρηματικού ποσού, σε δημοσίευμα, ή σε οτιδήποτε επιβάλλεται από τις περιστάσεις. Με τις παραπάνω διατάξεις προστατεύεται το δικαίωμα της προσωπικότητας, ως τέτοια δε, με την ευρύτερη σημασία της λέξης, νοείται το πλέγμα εκείνο των αστάθμητων αξιών, που είναι συνδεδεμένες με το πρόσωπο αναπόσπαστα και, σύμφωνα με τις εκάστοτε κρατούσες αντιλήψεις, συνιστούν την ατομικότητα και μοναδικότητα του ανθρώπου ως εμψύχου, πνευματικού και κοινωνικού όντος, περιλαμβανόμενες στην έννοια της σωματικής, πνευματικής και ηθικής ύπαρξης του ανθρώπου και της ιδιωτικής του ζωής. Κυριότερες εκδηλώσεις της προσωπικότητας, οι οποίες συνιστούν και προστατευόμενα αγαθά, είναι η ζωή, η υγεία, η σωματική ακεραιότητα, η ελευθερία, καθώς και η τιμή και η υπόληψη κάθε ανθρώπου, η οποία αντικατοπτρίζεται στην καλή αντίληψη, την εκτίμηση και την αξία που αποδίδεται σʼ αυτόν από τους άλλους (ΕΠειρ927/1997 Δνη 40.1412). Περαιτέρω, για τη θεμελίωση αξίωσης για άρση της προσβολής της προσωπικότητας, απαιτείται πράξη επαγόμενη μειωτική διαταραχή αυτής (προσωπικότητας) σε κάποια από τις ως άνω εκφάνσεις της, η οποία, όμως, πρέπει να είναι παράνομη, να αντίκειται δηλαδή σε διάταξη που απαγορεύει συγκεκριμένη πράξη, με την οποία προσβάλλεται ορισμένη έκφανση αυτής, είναι δε αδιάφορο σε ποιο τμήμα του δικαίου βρίσκεται η διάταξη που απαγορεύει την προσβολή. Έτσι, η προσβολή μπορεί να επέλθει και από ποινικά κολάσιμη πράξη, όπως, η ψευδής καταμήνυση, η ψευδορκία μάρτυρα, η απλή ή συκοφαντική δυσφήμιση ή η εξύβριση, που προβλέπονται και τιμωρούνται από τις διατάξεις του ΠΚ (ΑΠ 753/2011, ΑΠ 756/2010 σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Σε περίπτωση προσβολής της προσωπικότητας με κάποια παράνομη ενέργεια, ο προσβληθείς δικαιούται να απαιτήσει την άρση της προσβολής και την παράλειψή της στο μέλλον, χωρίς τη συνδρομή υπαιτιότητας (αντικειμενική ευθύνη), η οποία, όμως, είναι αναγκαία όταν ζητείται η ικανοποίηση της ηθικής βλάβης, αφού η τελευταία προϋποθέτει πράξη επαγόμενη προσβολή προσωπικότητας, υπαίτια και παράνομη. Συνακόλουθα, για τη θεμελίωση αξίωσης προς αποζημίωση από μια πράξη που προσβάλλει την προσωπικότητα, απαιτείται, κατά την παρ. 2 του άρθρου 57 του ΑΚ, η συνδρομή των όρων της αδικοπραξίας (άρθρ. 914 επ. του ΑΚ). Εξάλλου, κατά το άρθρο 914 του ΑΚ, όποιος ζημιώσει άλλον παράνομα και υπαίτια έχει υποχρέωση να τον αποζημιώσει, ενώ κατά το άρθρο 932 του ιδίου Κώδικα, σε περίπτωση αδικοπραξίας ανεξάρτητα από την αποζημίωση για την περιουσιακή ζημία, το δικαστήριο μπορεί να επιδικάσει εύλογη κατά την κρίση του χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης. Αυτό ισχύει ιδίως για εκείνον που έπαθε προσβολή της υγείας, της τιμής ή της αγνείας του ή στερήθηκε την ελευθερία του. Στην έννοια της υπαιτιότητας (πταίσματος) περιλαμβάνονται, τόσο ο δόλος, που στο πεδίο εφαρμογής του Αστικού Δικαίου κρίνεται με ανάλογη εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 27 του ΠΚ, όσο και η αμέλεια. Αποκλείεται, συνεπώς, η αξίωση χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης εάν, είτε η πράξη δεν επάγεται προσβολή της προσωπικότητας, καίτοι τυχόν παράνομη, είτε είναι ανυπαίτια, είτε έλαβε χώρα κατʼ ενάσκηση νομίμου δικαιώματος προστατευμένου κατά προτίμηση έναντι εκείνου της προσωπικότητας και ως εκ τούτου δεν είναι παράνομη, εκτός εάν, υπό τις συγκεκριμένες συνθήκες, η εν λόγω ενάσκηση δικαιώματος είναι καταχρηστική, ως αντικείμενη στα αντικειμενικά κριτήρια του άρθρου 281 του ΑΚ, υφίσταται δε και το στοιχείο της υπαιτιότητας (ΑΠ 753/2011 Α' δημ. ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 391/2006 ΧρΙδ 2006.596). Περαιτέρω, προσβολή της προσωπικότητας μπορεί να επέλθει και από την τέλεση της αξιόποινης πράξης της δυσφήμισης, απλής ή συκοφαντικής. Ειδικότερα, διατάξεις που προστατεύουν την τιμή και υπόληψη κάθε ανθρώπου είναι και εκείνες των άρθρων 362 έως και 367 του ΠΚ, οι οποίες για την ενότητα της έννομης τάξης, εφαρμόζονται αναλογικά και στο χώρο του ιδιωτικού δικαίου, όπως αυτός οριοθετείται από τις προαναφερόμενες διατάξεις των άρθρων 57-59 και 914 επ. του ΑΚ, ώστε αιρουμένου του άδικου χαρακτήρα των προαναφερθεισών αξιόποινων πράξεων (με την επιφύλαξη της ΠΚ 367), αποκλείεται και το στοιχείο του παράνομου της επιζήμιας συμπεριφοράς, ως όρος της αντίστοιχης αδικοπραξίας του αστικού δικαίου (ΑΠ 756/2011 Α' δημ. ΝΟΜΟΣ). Από το συνδυασμό δε των διατάξεων των άρθρων 362 και 363 του ΠΚ, προκύπτει ότι, το έγκλημα της συκοφαντικής δυσφήμισης, θεμελιώνεται, αντικειμενικά μεν, με τον ισχυρισμό ή τη διάδοση με οποιονδήποτε τρόπο ενώπιον τρίτου, για κάποιον άλλο, ψευδούς γεγονότος που μπορεί να βλάψει την τιμή ή την υπόληψή του, υποκειμενικά δε, με πρόθεση (άμεσος δόλος) που ενέχει τη θέληση της πραγμάτωσης της αντικειμενικής υπόστασης του εγκλήματος αυτού και τη γνώση του υπαίτιου ότι το γεγονός αυτό είναι ψευδές και μπορεί να βλάψει την τιμή ή την υπόληψη του άλλου. Ως γεγονός δε, κατά την έννοια των πιο πάνω διατάξεων, θεωρείται κάθε συγκεκριμένο περιστατικό του εξωτερικού κόσμου, που ανάγεται στο παρελθόν ή το παρόν, υποπίπτει στις αισθήσεις και είναι δεκτικό απόδειξης, καθώς και κάθε συγκεκριμένη σχέση ή συμπεριφορά, αναφερόμενη στο παρόν ή το παρελθόν, που υποπίπτει στις αισθήσεις και αντίκειται στην ηθική και την ευπρέπεια. Αντίθετα, κρίσεις, γνώμες και χαρακτηρισμοί που εκφράζονται αυτοτελώς και δεν συνδέονται με συγκεκριμένο γεγονός, δεν αρκούν για τη στοιχειοθέτηση της δυσφήμισης (ΑΠ 567/2010, ΑΠ 753/2010, ΑΠ 1271/2010 Α' δημ. ΝΟΜΟΣ). Αντικείμενο της προσβολής είναι η τιμή και η υπόληψη του φυσικού προσώπου, το οποίο είναι μέλος μιας οργανωμένης κοινωνίας και κινείται στο πλαίσιο της συναλλακτικής ευθύτητας. Η τιμή του προσώπου θεμελιώνεται στην ηθική αξία, η οποία πηγή έχει την ατομικότητα και εκδηλώνεται με πράξεις ή παραλείψεις. Δεν αποκλείεται στην έννοια του γεγονότος να υπαχθούν η έκφραση γνώμης ή αξιολογικής κρίσης, ακόμη δε και χαρακτηρισμός, όταν άμεσα ή έμμεσα υποκρύπτονται γεγονότα και αντικειμενικά εκδηλωτικά στοιχεία, τα οποία στη συγκεκριμένη περίπτωση συνιστούν προσβολή της προσωπικότητας, δηλαδή, μόνο όταν συνδέονται και σχετίζονται με το γεγονός κατά τέτοιο τρόπο, ώστε ουσιαστικά να προσδιορίζουν την ποσοτική και ποιοτική του βαρύτητα, διαφορετικά μπορεί να αποτελούν εξύβριση κατά τη διάταξη του άρθρου 361 του ΠΚ (ΑΠ 179/2011 ΕΦΑΔ 2012.125, ΑΠ 543/2009 ΧρΙΔ 2010, 253, ΑΠ 1095/2008, ΑΠ 1462/2005 και ΑΠ 387/2005 σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Αν αποδειχθεί η αλήθεια του γεγονότος, ή αν καταλείπονται αμφιβολίες για την αλήθεια ή αναλήθεια τούτου, ή αν ο δράστης δεν γνώριζε το ψευδές του γεγονότος που ισχυρίστηκε ή διέδωσε ή είχε γιʼ αυτό αμφιβολίες, δεν στοιχειοθετείται το έγκλημα της συκοφαντικής δυσφήμισης, αλλά αυτό της απλής δυσφήμισης. Αντίθετα δηλαδή με όσα συμβαίνουν στη συκοφαντική δυσφήμιση, η απλή δυσφήμιση στοιχειοθετείται ανεξάρτητα από το εάν το γεγονός είναι αληθές ή όχι (ΑΠ 871/2007 Α' δημ. ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, το έγκλημα της απλής δυσφήμισης, θεμελιώνεται, αντικειμενικά μεν με τον ισχυρισμό ή τη διάδοση με οποιονδήποτε τρόπο ενώπιον τρίτου, για κάποιον άλλο, γεγονότος που μπορεί να βλάψει την τιμή ή την υπόληψή του, υποκειμενικά δε, στο δόλο που συνίσταται στη γνώση του δράστη, ότι το γεγονός που διαδίδει ή ισχυρίζεται, είναι πρόσφορο να βλάψει την τιμή και την υπόληψη άλλου και τη θέληση να ισχυρισθεί ενώπιον τρίτου ή να διαδώσει το βλαπτικό αυτό γεγονός. Αν αποδειχθεί η αλήθεια του γεγονότος, η πράξη μένει ατιμώρητη, υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 366 παρ. 1 του Π.Κ.. Εξάλλου, επί προσβολής της τιμής του προσώπου, προβλέπεται στο άρθρο 367 παρ. 1 του ΠΚ, ότι δεν αποτελούν άδικη πράξη και επομένως δεν δημιουργούν υποχρέωση προς αποζημίωση και οι εκδηλώσεις που γίνονται, πέραν των άλλων περιπτώσεων και από δικαιολογημένο ενδιαφέρον (περ. γ). Δικαιολογημένο ενδιαφέρον που πηγάζει από τη συνταγματικά κατοχυρωμένη ελευθερία και την κοινωνική αποστολή του τύπου και της τηλεόρασης (άρθρα 14 παρ. 1-2 και 15 παρ. 2 του Συντάγματος - σχετικό και το άρθρο 10 παρ. 1 εδ. α και β της ΕΣΔΑ) έχουν και τα πρόσωπα που συνδέονται με τη λειτουργία των πιο πάνω μέσων ενημέρωσης και κατά κύριο λόγο οι δημοσιογράφοι, για τη δημοσίευση και προβολή ή δημοσιοποίηση ειδήσεων, γεγονότων και σχολίων σχετικών με τις πράξεις ή παραλείψεις και τη συμπεριφορά φυσικών ή νομικών προσώπων ή ομάδων προσώπων, που παρουσιάζουν ενδιαφέρον για το κοινωνικό σύνολο. Γιʼ αυτό μπορούν να δημοσιευθούν ειδήσεις και σχόλια για τη σχετική πληροφόρηση και ενημέρωση του κοινού και με οξεία ακόμη κριτική ή δυσμενείς χαρακτηρισμούς των προσώπων στα οποία αναφέρονται. Αλλά και στην περίπτωση αυτή, δεν αίρεται ο άδικος χαρακτήρας της πράξης της εξύβρισης ή της δυσφήμησης, όταν το δημοσίευμα υπερβαίνει το αντικειμενικώς αναγκαίο μέτρο προς ικανοποίηση του δικαιολογημένου ενδιαφέροντος για την ενημέρωση του κοινού, με βάση αληθινά - και όχι ψευδή ή παραπλανητικά - γεγονότα, ως προς το περιεχόμενο ή και το χρόνο δημοσίευσής του. Οφείλει, συνεπώς, ο δημοσιογράφος να εξακριβώνει, πριν από τη δημοσίευση, την αλήθεια των δυσφημιστικών γεγονότων, χωρίς να μπορεί να θεωρηθεί, σε αντίθετη περίπτωση, ότι η παράδοση σε δημόσια ανυποληψία του δυσφημούμενου προσώπου τελεί σε αναλογία με την κοινωνική αποστολή του τύπου για ενημέρωση του κοινού ή ότι αποτελεί αυτή το επιβεβλημένο μέσο άσκησης του έργου της ενημέρωσης. Γιʼ αυτό, αν συντρέχει τέτοια περίπτωση, ο άδικος χαρακτήρας της πράξης του δημοσιογράφου δεν αίρεται (Μ. Μαργαρίτης, Ποινικός Κώδικας, Ερμηνεία - Εφαρμογή, 2η έκδοση, ανάλυση άρθρου 367, ΑΠ 1904/2008, ΑΠ 576/2006, ΑΠ 1256/2003, ΑΠ 1177/2002, σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 914/2005, ΠειρΝομ 2005.460). Προσέτι, ο άδικος χαρακτήρας της εξυβριστικής ή δυσφημιστικής εκδήλωσης δεν αίρεται και συνεπώς παραμένει η παρανομία ως ουσιαστικό στοιχείο της αδικοπραξίας, όταν η παραπάνω εκδήλωση αποτελεί συκοφαντική δυσφήμιση, ή όταν από τον τρόπο και από τις περιστάσεις που έγινε αυτή, προκύπτει σκοπός εξύβρισης, δηλαδή σκοπός που κατευθύνεται ειδικώς σε προσβολή της τιμής άλλου, με αμφισβήτηση της ηθικής ή κοινωνικής αξίας του προσώπου ή με περιφρόνηση αυτού. Ειδικότερα, η διάταξη του άρθρου 367 του ΠΚ, για την ενότητα της έννομης τάξης, εφαρμόζεται αναλογικά και στο χώρο του ιδιωτικού δικαίου, όπως αυτός οριοθετείται από τις προαναφερόμενες διατάξεις των άρθρων 57-59 και 914 επ. ΑΚ. Επομένως, όταν αίρεται ο άδικος χαρακτήρας των προαναφερόμενων αξιόποινων πράξεων (με την επιφύλαξη, όπως κατωτέρω, της ΠΚ 367 παρ. 2) αποκλείεται και το στοιχείο του παράνομου της επιζήμιας συμπεριφοράς ως όρου της αντίστοιχης αδικοπραξίας του αστικού δικαίου. Έτσι, η προβολή περίπτωσης του άρθρου 367 παρ. 1 του ΠΚ αποτελεί αυτοτελή ισχυρισμό, καταλυτικό της αγωγής του προσβληθέντος προσώπου (ένσταση), λόγω άρσης του παράνομου της προσβολής. Όμως, όπως προεκτέθηκε, ο άδικος χαρακτήρας της προσβλητικής συμπεριφοράς, ως προς τις εξυβριστικές ή δυσφημιστικές εκφράσεις που περιέχει, δεν αίρεται λόγω δικαιολογημένου ενδιαφέροντος κ.λπ. και, συνεπώς, παραμένει η ποινική ευθύνη των κατά νόμο υπευθύνων, άρα και η υποχρέωσή τους προς αποζημίωση κατά το αστικό δίκαιο, όταν συντρέχει μία από τις περιπτώσεις του άρθρου 367 παρ. 2 του ΠΚ, δηλαδή όταν η προσβλητική συμπεριφορά, περιέχει τα συστατικά στοιχεία του αδικήματος της συκοφαντικής δυσφήμησης του άρθρου 363 του ΠΚ, ή όταν από τον τρόπο εκδήλωσης, ή από τις περιστάσεις κάτω από τις οποίες τελέστηκε η πράξη, προκύπτει ειδικός σκοπός εξύβρισης. Τέτοιος δε σκοπός εξύβρισης, εμφαίνεται στον τρόπο εκδήλωσης της προσβλητικής (εξυβριστικής ή απλής δυσφημιστικής) συμπεριφοράς, όταν αυτός δεν ήταν αντικειμενικά αναγκαίος για να αποδοθεί όπως έπρεπε το περιεχόμενο της σκέψης του ενεργήσαντος προς προστασία δικαιολογημένου ενδιαφέροντος και όταν ο τελευταίος, αν και γνώριζε την έλλειψη της αναγκαιότητας του τρόπου αυτού, εντούτοις τον χρησιμοποίησε για να προσβάλει την τιμή του άλλου (ΑΠ 179/2011 ΕΦΑΔ 2012.125, ΑΠ 1609/2009, ΑΠ 1496/2009, ΑΠ 1095/2009 σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1462/2005 Δνη 47.187, ΑΠ 1573/2005 Δνη 47.840). Η προβολή δε από τον προσβληθέντα περίπτωσης από το άρθρο 367 παρ. 2 του ΠΚ αποτελεί αντένσταση κατά της από το άρθρο 367 παρ. 1 του ΠΚ ένστασης (ΑΠ 354/2012, ΑΠ 195/2007 σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 391/2006 ΧρΙΔ 2006.596, ΑΠ 1395/2005, ΑΠ 387/2005 σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 167/2000 Δνη 41.771). Περαιτέρω, κατά το άρθρο μόνο παρ. 1 του ν. 1178 της 14/16.7.1981 (ΦΕΚ Α 187), περί αστικής ευθύνης του τύπου και άλλων τινών διατάξεων, ο ιδιοκτήτης κάθε εντύπου υποχρεούται σε πλήρη αποζημίωση για την παράνομη περιουσιακή ζημία, καθώς και σε χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη που προξενήθηκαν υπαίτια με δημοσίευμα, το οποίο θίγει την τιμή ή την υπόληψη κάθε ατόμου, έστω και αν η κατά το άρθρο 914 του ΑΚ υπαιτιότητα, η κατά το άρθρο 919 του ΑΚ πρόθεση και η κατά το άρθρο 920 του ΑΚ γνώση ή υπαίτια άγνοια, συντρέχει στον συντάκτη του δημοσιεύματος, ή αν ο τελευταίος είναι άγνωστος στον εκδότη ή στον διευθυντή σύνταξης του εντύπου. Από τη διάταξη αυτή, σε συνδυασμό με εκείνες των άρθρων 297, 298, 299, 330, 481 και 927 του ΑΚ, συνάγεται ότι, προϋποθέσεις της ευθύνης προς αποζημίωση από αδικοπραξία, είναι συμπεριφορά παράνομη και υπαίτια, επέλευση ζημίας και ύπαρξη αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της συμπεριφοράς του δράστη και της ζημίας. Ως ζημία νοείται τόσο η περιουσιακή όσο και η ηθική βλάβη ή ψυχική οδύνη, για την οποία οφείλεται χρηματική ικανοποίηση κατʼ άρθρο 932 του ΑΚ και για την πληρωμή της οποίας ευθύνονται εις ολόκληρον όλοι οι δράστες (ΑΠ 731/2011, ΑΠ 1046/2011 σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1220/2010 ΝοΒ 2011.378). Τέλος, σύμφωνα με το άρθρο 68 ΚΠολΔ, δικαστική προστασία έχει δικαίωμα να ζητήσει ο έχων έννομο συμφέρον. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι ενεργητικά μεν νομιμοποιείται να ζητήσει έννομη προστασία, ο ισχυριζόμενος ότι είναι δικαιούχος του επίδικου δικαιώματος, παθητικά δε εκείνος ο οποίος κατά τους ισχυρισμούς του ενάγοντος μετέχει στην επίδικη έννομη σχέση. Δηλαδή για τη νομιμοποίηση αρκεί μόνον ο ισχυρισμός του ενάγοντος ότι αυτός και ο εναγόμενος είναι τα υποκείμενα της επίδικης έννομης σχέσης, χωρίς, κατʼαρχήν, να ασκεί έννομη επιρροή αν ο ισχυρισμός αυτός είναι αληθής. Η έλλειψη, άλλωστε, νομιμοποίησης εξετάζεται και αυτεπάγγελτα από το δικαστήριο και έχει ως συνέπεια την απόρριψη της αγωγής, ως απαράδεκτης, για έλλειψη διαδικαστικής προϋπόθεσης της δίκης. Ενόψει της ανωτέρω φύσεως της νομιμοποίησης, η αμφισβήτηση από τον εναγόμενο των επικαλούμενων από τον ενάγοντα θεμελιωτικών της νομιμοποίησης περιστατικών συνιστά, όχι ένσταση ελλείψεως νομιμοποιήσεως, αλλά άρνηση της βάσεως της αγωγής του ενάγοντος, ο οποίος φέρει προς τούτο το σχετικό βάρος αποδείξεως, με συνέπεια και σε περίπτωση όπου δεν αποδείξει τον περί νομιμοποιήσεώς του ισχυρισμό την απόρριψη της αγωγής για έλλειψη (ενεργητικής ή παθητικής) νομιμοποιήσεως.

    Στην προκειμένη περίπτωση, με βάση τις προαναφερόμενες νομικές παραδοχές, η από 18-10-2011 ένδικη αγωγή, με το περιεχόμενο που προεκτέθηκε, είναι επαρκώς ορισμένη, καθότι περιέχει σαφή έκθεση των γεγονότων που τη θεμελιώνουν κατά νόμο και δικαιολογούν την άσκηση της αγωγής από τον ενάγοντα σε βάρος του εναγομένου, με ακριβή περιγραφή του αντικειμένου της διαφοράς. Ειδικότερα ο ενάγων ο οποίος στηρίζει την αγωγική του αξίωση στη διαπραχθείσα σε βάρος του αδικοπραξία εκ μέρους του εναγομένου, εξαιτίας της οποίας (αδικοπραξίας) υπέστη μη περιουσιακή ζημία και δη ηθική βλάβη, διαλαμβάνει με πληρότητα στο δικόγραφο της αγωγής του, α) όλα τα κατά νόμο αναγκαία πραγματικά περιστατικά, που συνιστούν την αδικοπρακτική συμπεριφορά του εναγομένου (δημοσίευση άρθρων συνταχθέντων από τον ίδιο τον εναγόμενο με την εν γνώσει του χρησιμοποίηση συκοφαντικών και εξυβριστικών φράσεων, λέξεων και χαρακτηρισμών με σκοπό τουλάχιστον εξύβρισής του), β) τη μη περιουσιακή ζημία που υπέστη (συνιστάμενη στην προσβολή της προσωπικότητάς του και ιδίως της τιμής και της υπόληψής του) και γ) τον αιτιώδη σύνδεσμο, με την έννοια της επαρκούς και πρόσφορης αιτίας, μεταξύ αυτής (συγκεκριμένης μη περιουσιακής του ζημίας) και της συμπεριφοράς του εναγομένου. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλουμένη απόφασή του κατέληξε στην ίδια κρίση και έκρινε ως ορισμένη την κρινόμενη αγωγή στηριζόμενη στις διατάξεις περί προσβολής της προσωπικότητας δια του τύπου, δεν έσφαλε ως προς την ερμηνεία και εφαρμογή των παραπάνω διατάξεων, τα δε περί του αντιθέτου υποστηριζόμενα από τον εκκαλούντα - εναγόμενο με τον τρίτο λόγο της έφεσής του, είναι απορριπτέα ως αβάσιμα. Αντίθετα, η αγωγή τυγχάνει αόριστη κατά το μέρος που επιχειρείται να θεμελιωθεί αξίωση για καταβολή χρηματικής ικανοποίησης στις διατάξεις του Ν. 2472/1997 για την προστασία από επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα καθώς δεν αναφέρεται ειδικότερα σε αυτήν ποια είναι τα δεδομένα αυτά και σε ποια επεξεργασία υπεβλήθησαν από τον εναγόμενο προκειμένου να περιληφθούν σε αρχείο δεδομένων που τηρεί αυτός κατά τα οριζόμενα στη διάταξη του άρθρου 2 εδ. δ' του Ν. 2472/1997. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο απέρριψε ως αόριστη την αγωγή ως προς τη βάση της που στηρίζεται στην παραβίαση του άρθρου 23 του Ν. 2472/1997, δεν έσφαλε και τα αντίθετα υποστηριζόμενα από τον ενάγοντα - εκκαλούντα με τον τρίτο λόγο της έφεσής του πρέπει νʼ απορριφθούν. Εξάλλου, ο ενάγων με την κρινόμενη αγωγή του δεν επικαλείται ότι η προσβολή της προσωπικότητάς του, που κατά τους ισχυρισμούς του ολοκληρώθηκε με την ανάρτηση των επιλήψιμων δημοσιευμάτων, εξακολουθεί υφιστάμενη και ενεργός και επομένως το αίτημα περί άρσεως της προσβολής είναι αόριστο και ως τέτοιο απορριπτέο. Συνεπώς, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλούμενη απόφασή του, απέρριψε το παραπάνω αίτημα δεν έσφαλε και τα αντίθετα υποστηριζόμενα από τον ενάγοντα - εκκαλούντα με τον τέταρτο λόγο της έφεσής του τυγχάνουν απορριπτέα.

    Από την επανεκτίμηση της ένορκης κατάθεσης του μάρτυρα απόδειξης, που εξετάσθηκε νομότυπα στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και του οποίου η κατάθεση περιλαμβάνεται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη απόφαση πρακτικά και από όλα χωρίς εξαίρεση τα έγγραφα που οι διάδικοι επικαλούνται και προσκομίζουν νόμιμα μεταξύ των οποίων και η με αριθ. 7638/14.10.2013 ένορκη βεβαίωση του ……… ενώπιον του συμβολαιογράφου Αθηνών ………, την οποία επικαλείται και προσκομίζει ο ενάγων, που λήφθηκε μετά από νομότυπη κλήση του εναγομένου κατόπιν δήλωσης του πληρεξουσίου δικηγόρου του ενάγοντα που καταχωρήθηκε στα πρακτικά του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 671 παρ. 1 του ΚΠολΔ, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα: Ο ενάγων, ο οποίος είναι επιχειρηματίας - εφοπλιστής, έγινε γνωστός στο ευρύ κοινό λόγω της ενασχόλησής του με το επαγγελματικό ποδόσφαιρο και ειδικότερα από το γεγονός ότι είναι μέτοχος της Π.Α.Ε. Παναθηναϊκός, της οποίας μάλιστα έχει διατελέσει πρόεδρος για χρονικό διάστημα δύο περίπου ετών (2008-2010). Ο εναγόμενος είναι δημοσιογράφος και συγχρόνως κάτοχος και διαχειριστής ενός ιστολογίου στον παγκόσμιο ιστό (www), που έχει ειδησεογραφικό περιεχόμενο, με την επωνυμία "……blogspot.com". Η ιδιότητα αυτή του εναγομένου, ως κατόχου και διαχειριστή του ως άνω ιστολογίου, αποδεικνύεται από τουπʼ αρ. πρωτ. 7519/3/4042-α, με ημερομηνία 12.5.2011, έγγραφο του 5ου Τμήματος Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος της Διεύθυνσης Ασφάλειας Αττικής, το από 12.5.2011 έγγραφο του Τμήματος Τεχνικής Υποστήριξης Νέων Υπηρεσιών του Ο.Τ.Ε. σε συνδυασμό με το από 11.5.2011 μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου της «Google» προς τη Δίωξη Ηλεκτρονικού Εγκλήματος. Επομένως, πλήρως αποδείχθηκε ότι ο εναγόμενος νομιμοποιείται παθητικά στην υπό κρίση αγωγή και ο ισχυρισμός του, τον οποίο επαναφέρει με τον τέταρτο λόγο της έφεσής του, περί έλλειψης παθητικής νομιμοποίησής του, που κατά τα προαναφερθέντα στη νομική σκέψη της παρούσας συνιστά άρνηση και όχι ένσταση, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος κατʼ ουσίαν. Περαιτέρω, αποδείχθηκε, ότι στις 8.7.2011 αναρτήθηκε στο εν λόγω ιστολόγιο ανυπόγραφο κείμενο-σχόλιο με τίτλο "Μ……: «Ο Π…… ΕΚΠΡΟΣΩΠΕΙ ΟΤΙ ΠΙΟ ΒΡΩΜΙΚΟ ΥΠΑΡΧΕΙ". Το κείμενο αυτό περιέχει μία δήλωση που φέρεται να έκανε ο ………, πρόεδρος της Π.Α.Ε. Ολυμπιακός, για τον ενάγοντα, και έχει το ακόλουθο περιεχόμενο: "ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΟ Στη γνωστή ψαροταβέρνα «………» έτρωγε χθες το βράδυ με στενούς φίλους και συνεργάτες ο ……. Ο πρόεδρος της ΠΑΕ Ολυμπιακός έδειχνε κεφάτος μόλις όμως άνθρωπος του …… τον ρώτησε ποια είναι η γνώμη του για τον …… άστραψε και βρόντηξε: «Όπως έχω πει και επισήμως ... ο …… εκπροσωπεί ότι πιο βρώμικο υπάρχει σήμερα»! Χρειάζεται να κάνουμε εμείς περαιτέρω σχόλια;". Ακολούθως, την ίδια ημέρα, στο ίδιο ιστολόγιο, αναρτήθηκε δεύτερο κείμενο-σχόλιο, σε συνέχεια του προηγουμένου, με τίτλο "ΚΑΚΟΣ ΡΟΥΦΙΑΝΟΣ Ο Π……" και με το ακόλουθο περιεχόμενο: "ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΟ Σε συνέχεια της προηγούμενης ανάρτησης και των όσων είπε ο …… για τον ……, ο Πρόεδρος της ΠΑΕ Ολυμπιακός κατά τη χθεσινή συζήτηση που είχε στον «……» με φίλους και συνεργάτες ρωτήθηκε τι ρόλο παίζει ο …… και απάντησε ως εξής: «Το ρόλο του ... κακού ρουφιάνου»!!! Θέλετε κι άλλα;". Τα ως άνω κείμενα - σχόλια περιέχουν γεγονότα και αξιολογικές κρίσεις, που εκφράζουν, κατά την κοινή αντίληψη, σαφή περιφρόνηση προς το πρόσωπο του ενάγοντα, προσβάλλουν την προσωπικότητά του και βλάπτουν την τιμή και την υπόληψή του. Η χρήση της ιδιαιτέρως απαξιωτικής έκφρασης "εκπροσωπεί ότι πιο βρώμικο υπάρχει σήμερα", σε συνδυασμό με τον καταφρονητικό όρο "κακός ρουφιάνος", που περιέχονται στις δηλώσεις που φέρεται να έκανε ο …… για τον ενάγοντα και οι οποίες περιλαμβάνονται στα ως άνω επίδικα κείμενα, καταδεικνύει τον σκοπό του συντάκτη τους, που είναι η αμφισβήτηση της εν γένει ηθικής και κοινωνικής αξίας του ενάγοντος. Μάλιστα, η καταφρονητική διάθεση του συντάκτη των επίμαχων σχολίων, που φαίνεται να υιοθετεί τις δηλώσεις που φέρεται να έκανε ο ……, καταδεικνύεται με τη χρήση και των ρητορικών ερωτήσεων στο τέλος των κειμένων του «Χρειάζεται να κάνουμε εμείς περαιτέρω σχόλια;» και «Θέλετε κι άλλα;», τις οποίες παραθέτει αμέσως μετά τις προσβλητικές για το πρόσωπο του ενάγοντα αναφορές. Εξάλλου, το περιεχόμενο των ως άνω σχολίων υπερέβησαν το αντικειμενικά αναγκαίο μέτρο για να αποδοθεί το περιεχόμενο της σκέψης του συντάκτη προς ικανοποίηση του δικαιολογημένου ενδιαφέροντος για την ενημέρωση των χρηστών του ιστολογίου αλλά και της πρόθεσής του να ασκήσει οξεία κριτική. Σε κάθε περίπτωση, ακόμα και αν πράγματι οι ανωτέρω δηλώσεις έγιναν από ένα τρίτο άτομο, το ……, γεγονός που δεν αποδείχθηκε, ο εναγόμενος προέβη στη δημοσίευσή τους καίτοι γνώριζε την έλλειψη της αναγκαιότητας του τρόπου αυτού εκδήλωσης της προσβλητικής συμπεριφοράς του προς το πρόσωπο του ενάγοντος, με προφανή σκοπό την καταφρόνηση του ενάγοντος και την προσβολή της τιμής και της υπόληψής του δημόσια. Περαιτέρω, στις 8.10.2011, στο ίδιο ειδησεογραφικό ιστολόγιο, δημοσιεύθηκε νέο, ανυπόγραφο επίσης άρθρο, με μορφή επιστολής, απευθυνόμενης προς τον ενάγοντα, το οποίο επιγράφεται "ΠΡΟΣ κ. ………" και ακριβώς από κάτω “ΣΤΡΑΤΟΣ ΑΠΟ ΜΠΡΑΒΟΥΣ” και στο οποίο αναγράφονται κατά λέξη τα εξής: "Βλέπουμε ότι δεν κόβετε τις κακές συνήθειες. Η εικόνα να κυκλοφορείτε με 15 φουσκωτούς δίπλα σας και να σπρώχνουν όποιον βρίσκουν μπροστά τους εντελώς ... απαράδεκτη. Ή μαζέψτε τους ή θα πέσει κράξιμο... …… Σ.Σ. Τα υπόλοιπα δεν τα γράφουμε γιατί καταλάβατε τι εννοούμε...". Στο ως άνω άρθρο παρουσιάζεται ο ενάγων να κυκλοφορεί δημόσια συνοδευόμενος από 15 «φουσκωτούς», δηλαδή άνδρες ιδιωτικής ασφάλειας για προστασία, οι οποίοι μάλιστα σπρώχνουν όποιον βρίσκουν μπροστά τους. Το ως άνω γεγονός είναι ψευδές και προσβλητικό αφού, όπως αποδείχθηκε και από την κατάθεση του μάρτυρα αποδείξεως, ο ενάγων διαθέτει μεν δύο με τρεις ιδιωτικούς φρουρούς για την προστασία του, οι οποίοι όμως ουδόλως επιδεικνύουν, κατʼ εντολή του εργοδότη τους - ενάγοντος, τέτοιου είδους επιθετική συμπεριφορά σαν αυτή που περιγράφεται στο ως άνω άρθρο όταν κυκλοφορούν σε δημόσιους χώρους. Τόσο δε η αναφορά σε δέκα πέντε άτομα αντί για δύο - τρία όσο και η χρήση της λέξης «στρατός» αποσκοπεί ακριβώς στην κατάδειξη της επικινδυνότητας του ενάγοντος για το κοινωνικό σύνολο. Τα ως άνω αναληθή γεγονότα αποσκοπούσαν στην αμφισβήτηση της ηθικής και κοινωνικής αξίας του ενάγοντος, ο οποίος εμφανίζεται να απασχολεί άτομα, τα οποία δεν περιορίζονται στην προσωπική του φύλαξη και ασφάλεια αλλά επιδεικνύουν επικίνδυνη και επιθετική συμπεριφορά έναντι τρίτων προσώπων. Δεδομένου δε ότι η προσβολή της τιμής και συνακόλουθα και της προσωπικότητας του ενάγοντα προκλήθηκε με γεγονότα ψευδή, εν γνώσει της αναλήθειάς τους (συκοφαντική δυσφήμηση του άρθρου 363 ΠΚ και όχι απλή δυσφήμηση του άρθρου 362 ΠΚ), η διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 367 του ΠΚ δεν εφαρμόζεται στην υπό κρίση υπόθεση (άρθρο 367 παρ. 2 περ. α του ΠΚ), και ως εκ τούτου πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος ο πέμπτος λόγος της κρινόμενης έφεσης, με τον οποίο ο εναγόμενος ισχυρίζεται, ότι προέβη στην επίδικη ανάρτηση από δημοσιογραφικό καθήκον και δικαιολογημένο ενδιαφέρον για την ενημέρωση του αναγνωστικού κοινού. Στη συνέχεια, στις 15 Οκτωβρίου 2011, ο εναγόμενος καταχώρησε στο ως άνω ιστολόγιο ένα ακόμη ανυπόγραφο δημοσίευμα με την επικεφαλίδα "ΝΟΝΟΣ..." και υπότιτλο: "ΣΤΕΛΝΕΙ ΜΠΡΑΒΟΥΣ ΓΙΑ ΝΑ ΠΛΑΚΩΝΟΥΝ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΣΤΟ ΞΥΛΟ!" με το ακόλουθο περιεχόμενο: "Το είχαμε επισημάνει και εμείς το προηγούμενο Σάββατο, χωρίς φυσικά να ξέρουμε το παραμικρό για την επίθεση στον ……, ότι ο ….. κυκλοφορεί στην Αθήνα με καμιά δεκαριά μπράβους οι οποίοι σπρώχνουν τον κόσμο σε όποια μαγαζιά ή στέκια παρουσιάζεται ο πρώην πρόεδρος του Παναθηναϊκού. Η Real News φαίνεται πως έχει ακόμα καλύτερο ρεπορτάζ, καθώς όλες οι πληροφορίες συγκλίνουν ότι εκτός από τα σπρωξίματα, οι μπράβοι του …… έχουν... έφεση και στο ξύλο γνωστών διαιτητών! Για να δούμε, η υπόθεση θα αποκαλυφθεί στην πραγματική της διάσταση;". Δίπλα από το δημοσίευμα υπάρχει φωτογραφία του ενάγοντος και του ως άνω διαιτητή, συνοδευόμενη από τη λεκτική απεικόνιση "Μπράβοι του …… πίσω από την επίθεση στον ……; ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΟ Ποια πρόσωπα «δείχνει» η δικογραφία της Ασφάλειας". Ως προς το γεγονός που αναγράφεται στο επίμαχο δημοσίευμα ότι δηλαδή ο ενάγων κυκλοφορεί με μπράβους, οι οποίοι σπρώχνουν τον κόσμο στους χώρους που παρουσιάζεται ο ενάγων, τούτο είναι ψευδές και συκοφαντικό για όσους λόγους αναφέρθηκαν παραπάνω αναφορικά με το αμέσως προηγούμενο δημοσίευμα. Η λέξη «μπράβος», εξάλλου, έχει καταφανώς αρνητική χροιά καθώς υποδηλώνει τον μισθωτό σωματοφύλακα, ο οποίος είναι πρόθυμος να προβεί σε έκνομες ενέργειες προς υπεράσπιση και κατʼ εντολή του εργοδότη του. Το ίδιο και η λέξη "νονός" στην επικεφαλίδα του άρθρου ενέχει σαφή απαξιωτική σημασία αφού υποδηλώνει άτομο που ηγείται εγκληματικής οργάνωσης. Περαιτέρω αναφέρεται στο ως άνω δημοσίευμα ότι οι σωματοφύλακες του ενάγοντα έχουν «έφεση» στο ξύλο γνωστών διαιτητών, συνδέοντας με τον τρόπο αυτό την επίθεση που δέχτηκε ο διαιτητής ποδοσφαίρου …… το βράδυ της 30ης Οκτωβρίου 2010 στα Καμίνια με τους σωματοφύλακες του ενάγοντος, οι οποίοι, σύμφωνα με το δημοσίευμα, είναι οι δράστες της επίθεσης. Στην παραπάνω ανάρτηση δίδεται ως είδηση ότι ο ενάγων είναι ηθικός αυτουργός στον ξυλοδαρμό του ανωτέρω διαιτητή χρησιμοποιώντας ως αυτουργούς τους άνδρες της προσωπικής του φρουράς, την αλήθεια της οποίας υιοθετεί ο συντάκτης του άρθρου - εναγόμενος, στοιχείο που προκύπτει από τον τρόπο γραφής και το ύφος του κειμένου. Από κανένα όμως στοιχείο δεν αποδείχθηκε η αλήθεια του ως άνω γεγονότος, το οποίο στηρίζεται αποκλειστικά σε δημοσιεύματα της εφημερίδας «Real News», την οποία ο συντάκτης του επίμαχου άρθρου μνημονεύει ρητά. Άλλωστε, ενόψει αντίστοιχης αγωγής που είχε ασκήσει ο ενάγων σε βάρος του ……, δημοσιογράφου, εκδότη και διευθυντή της ως άνω εφημερίδας, με αφορμή τα δημοσιεύματα που τον ενέπλεκαν στην υπόθεση του ως άνω ξυλοδαρμού, ο τελευταίος με την από 9.10.2013 επιστολή του, που απέστειλε στον ενάγοντα, ανέλαβε την ευθύνη αποκατάστασης της τρωθείσας τιμής του ενάγοντος με νεότερο, επανορθωτικό δημοσίευμα, αναγνωρίζοντας το προσβλητικό του περιεχομένου του αρχικού δημοσιεύματος. Πλην, όμως, ο εναγόμενος έσπευσε να δημοσιεύσει το παραπάνω αναληθές άρθρο παρότι γνώριζε ότι τα αναφερόμενα σε αυτό γεγονότα έβλαπταν την τιμή και την υπόληψη του ενάγοντα στον κύκλο του αναγνωστικού κοινού του ιστολογίου. Εξάλλου, η ένσταση του άρθρου 367 παρ. 1 στοιχ. γ' ΠΚ που υπέβαλε ο εναγόμενος περί απαλλαγής του από κάθε ευθύνη, για τον λόγο ότι το επίμαχο δημοσίευμα έγινε από δικαιολογημένο ενδιαφέρον και εκ δημοσιογραφικού καθήκοντος, και ο σχετικός λόγος έφεσης αλυσιτελώς προβάλλεται και πρέπει ωσαύτως να απορριφθεί, καθόσον η ως άνω διάταξη εφαρμόζεται μόνο επί απλής δυσφήμησης και εξύβρισης, όχι δε επί συκοφαντικής δυσφήμησης όπως εν προκειμένω. Περαιτέρω, στις 16.10.2011 στο ίδιο ως άνω ιστολόγιο δημοσιεύθηκε ακόμη ένα ανυπόγραφο άρθρο σχετικά με τον ενάγοντα με τον τίτλο "ΑΠΕΙΛΕΙ ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΥΣ ΜΕ ΜΠΡΑΒΙΛΙΚΙΑ ΚΑΙ ΠΙΕΣΕΙΣ ΣΤΗ ΓΑΔΑ. Ο Π…… ΚΑΙ ΟΙ ΦΟΥΣΚΩΤΟΙ ΠΟΥ ΚΟΥΒΑΛΑΕΙ ΜΑΖΙ ΤΟΥ...", ενώ δίπλα από αυτό υπάρχει φωτογραφία του ενάγοντος. Το ως άνω δημοσίευμα έχει το ακόλουθο περιεχόμενο: "Την ίδια τακτική ξανάρχισε ο ……. Τηλεφωνεί σε δημοσιογράφους και τους απειλεί επειδή έβγαλαν ρεπορτάζ ή συνέχισαν το ρεπορτάζ της Real News για τον ξυλοδαρμό του ….. από μπράβους. Παράλληλα παίρνει στη ΓΑΔΑ και εξυβρίζοντας τους Αστυνομικούς, λέει ότι θα καταθέσει μηνύσεις και αγωγές... σε όσους σχολιάζουν αρνητικά το ξύλο που έδωσαν οι μπράβοι του στον ……! Νομίζει ο άνθρωπος ότι βρίσκεται στην Σικελία παριστάνοντας το Νονό του Κόπολα. Και ότι θα φιμώσει με απειλές τους δημοσιογράφους που του ασκούν κριτική. Έτσι νομίζει. Που ναʼ ξερε με ποιους έχει μπλέξει!...». Στο ανωτέρω δημοσίευμα ο ενάγων εμφανίζεται να απειλεί δημοσιογράφους που παρουσίασαν ρεπορτάζ ή αναδημοσίευσαν το άρθρο της εφημερίδας Real Newsσχετικά με τον ξυλοδαρμό του ……. Με το ως άνω δημοσίευμα μεταφέρεται στο αναγνωστικό κοινό η είδηση ότι ο ενάγων απειλεί δημοσιογράφους και εξυβρίζει αστυνομικούς, γεγονότα που ουδόλως αποδείχθηκαν ότι είναι αληθή, είναι δε αυτά δυσφημιστικά για το πρόσωπο του ενάγοντα και ικανά να βλάψουν την τιμή και την υπόληψή του. Επαναλαμβάνει δε για μια ακόμα φορά ο συντάκτης του εν λόγω δημοσιεύματος την συκοφαντική για το πρόσωπο του ενάγοντα είδηση ότι άτομα της προσωπικής φρουράς του προέβησαν κατʼ εντολήν του στον ξυλοδαρμό του ως άνω διαιτητή, προσθέτοντας μάλιστα ότι νομίζει ότι βρίσκεται στη Σικελία και παριστάνει το Νονό του Κόπολα, αναφορά που παραπέμπει ευθέως στο οργανωμένο έγκλημα. Να σημειωθεί ότι ενόψει της αναλήθειας του ανωτέρω γεγονότος που διαλαμβάνεται στο ανωτέρω δημοσίευμα η βασιζόμενη στο άρθρο 367 παρ. 1 του ΠΚ ένσταση του εναγόμενου για άρση του άδικου χαρακτήρα της πράξης ένεκα συνδρομής δικαιολογημένου δημοσιογραφικού ενδιαφέροντος πρέπει να απορριφθεί, καθώς πρόκειται για συκοφαντική δυσφήμηση, όπου δεν χωρεί εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 367 παρ. 1 ΠΚ και δεν αίρεται, επομένως, ο άδικος χαρακτήρας της πράξης. Κατʼ ακολουθία όλων αυτών, υπάρχει νόμιμη και βάσιμη αξίωση του ενάγοντος σε βάρος του εναγόμενου συντάκτη των επιλήψιμων δημοσιευμάτων και διαχειριστή του ανωτέρω ιστολογίου για χρηματική ικανοποίηση λόγω της ηθικής βλάβης, που υπέστη από τη στενοχώρια και την ταραχή που δοκίμασε όταν έλαβε γνώση των επιλήψιμων δημοσιευμάτων. Το ποσό δε της χρηματικής ικανοποίησης που δικαιούται ο ενάγων, ανέρχεται κατά την κρίση του Δικαστηρίου, στο ποσό των 18.000 ευρώ. Το παραπάνω ποσό κρίνεται εύλογο και δίκαιο, σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας μεταξύ του χρησιμοποιούμενου μέτρου και του επιδιωκόμενου σκοπού που απορρέει από την συνταγματική αρχή του κράτους δικαίου, κατά την οποία, το δικαστήριο μπορεί να επιδικάσει χρηματική ικανοποίηση και κάτω από τα ελάχιστα όρια που προβλέπονται από το άρθρο μόνο του ν. 1178/1981, μετά τη συνεκτίμηση των συνθηκών κάτω από τις οποίες έλαβε χώρα η αδικοπρακτική συμπεριφορά του εναγομένου, του μέσου δια του οποίου τελέστηκε, της έκτασης της ζημίας του ενάγοντος, της βαρύτητας του πταίσματος του εναγομένου, της κοινωνικής και οικονομικής κατάστασης των μερών και της συμπεριφοράς του εναγομένου μετά την αδικοπραξία. Κατόπιν όλων των ανωτέρω το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, κατʼ εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων έκρινε: α) ότι το δημοσίευμα της από 15-10-2011 ανάρτησης του επίδικου ιστολογίου με τίτλο: "ΝΟΝΟΣ..." και υπότιτλο: "ΣΤΕΛΝΕΙ ΜΠΡΑΒΟΥΣ ΓΙΑ ΝΑ ΠΛΑΚΩΝΟΥΝ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΣΤΟ ΞΥΛΟ!" και ειδικότερα το αναγραφόμενο στο επίμαχο δημοσίευμα ότι ο ενάγων κυκλοφορεί με μπράβους, δεν είναι ψευδές και συκοφαντικό β) υποχρέωσε τον εναγόμενο να καταβάλει στον ενάγοντα ως οφειλόμενη χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης το ποσό των 15.000 ευρώ, αντί αυτού των 18.000 ευρώ. Σύμφωνα με τα παραπάνω όλοι οι λόγοι εφέσεως του εναγομένου πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι κατʼ ουσίαν όπως και η έφεση του ανωτέρω διαδίκου (εκκαλούντος - εναγομένου) στο σύνολό της και να του επιβληθούν λόγω της ήττας του (άρθρα 106, 176, 183, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, τα δικαστικά έξοδα του ενάγοντος - εφεσίβλητου, κατόπιν σχετικού αιτήματος του. Επίσης, πρέπει να διαταχθεί η εισαγωγή του παραβόλου, εκ ποσού 200 ευρώ, το οποίο επισυνάπτεται στην έκθεση κατάθεσης του δικογράφου της έφεσης αυτής στο Δημόσιο Ταμείο (άρθρο 495 παρ. 4 εδ. δ' του ΚΠολΔ). Περαιτέρω, πρέπει να γίνει δεκτή ως ουσιαστικά βάσιμη η έφεση του ενάγοντος κατά τους εν μέρει βάσιμους πρώτο και δεύτερο λόγους αυτής με τους οποίους ο πιο πάνω εκκαλών παραπονείται για κακή εκτίμηση των αποδείξεων από το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο αναφορικά: 1) με το ύψος της επιδικασθείσας χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης και 2) με τις ουσιαστικές κρίσεις της εκκαλουμένης για το δημοσίευμα της από 15.10.2011 ανάρτησης του επίδικου ιστολογίου με τίτλο "ΝΟΝΟΣ..." και υπότιτλο: "ΣΤΕΛΝΕΙ ΜΠΡΑΒΟΥΣ ΓΙΑ ΝΑ ΠΛΑΚΩΝΟΥΝ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΣΤΟ ΞΥΛΟ!" και να εξαφανισθεί η εκκαλούμενη απόφαση.

    Στη συνέχεια, αφού κρατηθεί και δικασθεί από το Δικαστήριο τούτο και κατʼουσίαν η υπόθεση, πρέπει να γίνει δεκτή εν μέρει η αγωγή ως και κατʼ ουσίαν βάσιμη και να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των 18.000 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής. Τα δικαστικά έξοδα του ενάγοντος και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, πρέπει να επιβληθούν σε βάρος του εναγομένου, ανάλογα με το βαθμό της ήττας του (άρθρα 106, 178 παρ. 1, 183, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό και να επιστραφεί το παράβολο εκ ποσού 200 ευρώ, το οποίο επισυνάπτεται στην έκθεση κατάθεσης του δικογράφου της έφεσης, στον εκκαλούντα (άρθρο 495 παρ. 4 εδ. δ' ΚΠολΔ).


    ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ


    Συνεκδικάζει, αντιμωλία των διαδίκων, τις: α) από 30.5.2014 (αριθμ. εκθκαταθ. 3511/2014) έφεση του εναγόμενου και β) από 2.6.2014 (αριθμ. εκθκαταθ. 3540/2014) έφεση του ενάγοντος, κατά της με αριθμό 1930/2014 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών.

    Δέχεται τυπικά και απορρίπτει κατʼ ουσίαν την από 30.5.2014 (αριθμ. εκθκαταθ. 3511/2014) έφεση του εναγόμενου.

    Διατάσσει την εισαγωγή του παραβόλου, εκ ποσού 200 ευρώ, το οποίο επισυνάπτεται στην έκθεση κατάθεσης του δικογράφου της έφεσης αυτής, στο Δημόσιο Ταμείο.

    Επιβάλλει σε βάρος του εκκαλούντος - εναγομένου τα δικαστικά έξοδα του εφεσίβλητου, του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει σε εξακόσια (600) ευρώ.

    Δέχεται τυπικά και κατʼ ουσίαν την από 2.6.2014 (αριθμ. εκθκαταθ. 3540/2014) έφεση του ενάγοντος.

    Διατάσσει την επιστροφή του παραβόλου της έφεσης των 200 ευρώ στον καταθέσαντα εκκαλούντα.

    Εξαφανίζει την με αριθμό 1930/2014 οριστική απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών.

    Κρατεί την υπόθεση.

    Δικάζει επί της αγωγής.

    Δέχεται την αγωγή κατά ένα μέρος.

    Υποχρεώνει τον εναγόμενο να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των δέκα οκτώ χιλιάδων (18.000) ευρώ με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής.

    Επιβάλλει στον εναγόμενο τα δικαστικά έξοδα του ενάγοντος και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, και ορίζει το ύψος αυτών στο ποσό των χιλίων τετρακοσίων (1.400) ευρώ.

    Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 07.01.2016 και δημοσιεύθηκε στο ακροατήριό του σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση, χωρίς να παρίστανται οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοί τους δικηγόροι, στις 24.03.2016.

    Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                         Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

    (Πηγή: http://www.dsanet.gr)

    Απόφαση του ΔΕΕ της 29.10.2015 στην υπόθεση C-490/14


    Βάσεις δεδομένων

    To Δικαστήριο της ΕΕ στην υπόθεση C-490/14, απόφαση της 29.10.2015 έκρινε ότι γεωγραφικά δεδομένα τα οποία αντλούνται εκ μέρους τρίτου από τοπογραφικό χάρτη με σκοπό την εκπόνηση και εμπορία άλλου χάρτη, διατηρούν, μετά την εξαγωγή τους, επαρκή πληροφοριακή αξία ώστε να μπορούν να χαρακτηρισθούν ως «ανεξάρτητα στοιχεία» μιας «βάσεως δεδομένων» κατά την έννοια της ανωτέρω διατάξεως.

    Στη συγκεκριμένα υπόθεση το ομόσπονδο κράτος της Βαυαρίας εκδίδει, μέσω της Περιφερειακής Υπηρεσίας Τοπογραφήσεων και Γεωπληροφορικής χάρτες για το σύνολο της επιφάνειάς του. Η Verlag Esterbauer, η οποία  είναι αυστριακός εκδοτικός οίκος που εκδίδει, μεταξύ άλλων, άτλαντες, ταξιδιωτικούς οδηγούς και γεωγραφικούς χάρτες για ποδηλάτες, ποδηλάτες ανώμαλου εδάφους και πεδιλοδρομείς, άντλησε δεδομένα από τους χάρτες αυτούς για την εκπόνηση των δικών της χαρτών, όπως ισχυρίσθηκε το εν λόγω ομόσπονδο κράτος, το οποίο και προσέφυγε ενώπιον του Landgericht München (περιφερειακό δικαστήριο του Μονάχου) με αίτημα να παύσουν οι ανωτέρω πρακτικές και να υποχρεωθεί η Verlag Esterbauer να καταβάλει αποζημίωση. 

    Στο πλαίσιο αυτό θα πρέπει να σημειωθεί ότι, σύμφωνα με το άρθρο 1 της οδηγίας 96/9, ως “βάση δεδομένων” νοείται η συλλογή έργων, δεδομένων ή άλλων ανεξάρτητων στοιχείων, διευθετημένων κατά συστηματικό ή μεθοδικό τρόπο και ατομικώς προσιτών με ηλεκτρονικά μέσα ή κατ’ άλλον τρόπο. Για να μπορέσει να τύχει προστασίας ο δικαιούχος, θα πρέπει να θεωρηθεί ότι οι τοπογραφικοί χάρτες συνιστούν βάση δεδομένων, με βάση την έννοια αυτή που δίδεται στην οδηγία. Συγκεκριμένα, το ερώτημα που τέθηκε ήταν κατά πόσον οι τοπογραφικοί χάρτες που εκπονεί το ομόσπονδο κράτος της Βαυαρίας εμπίπτουν  στην έννοια της «βάσεως δεδομένων» του άρθρου 1, παράγραφος 2, της εν λόγω οδηγίας. Ειδικότερα, το αιτούν δικαστήριο διερωτάται κατά πόσον τα δεδομένα που δηλώνουν τις συντεταγμένες ορισμένων σημείων της επιφάνειας της γης μπορούν να χαρακτηριστούν ως «ανεξάρτητα στοιχεία» κατά την έννοια της ανωτέρω διατάξεως.

    Η απόφαση καταρχήν υπέμνησε ότι η αιτιολογική σκέψη 17 της οδηγίας 96/9 διευκρινίζει συναφώς ότι η έννοια της βάσεως δεδομένων πρέπει να γίνεται αντιληπτή ως καλύπτουσα «παντοειδείς συλλογές έργων, λογοτεχνικών, καλλιτεχνικών, μουσικών ή άλλων, ή άλλο υλικό όπως κείμενα, ήχους, εικόνες, αριθμούς, πραγματικά στοιχεία και δεδομένα (βλ. απόφαση Fixtures Marketing, C‑444/02, EU:C:2004:697, σκέψη 23). Από την αιτιολογική σκέψη 14 της εν λόγω οδηγίας προκύπτει, εξάλλου, ότι η προστασία που αυτή παρέχει αφορά τόσο τις ηλεκτρονικές όσο και τις μη ηλεκτρονικές βάσεις δεδομένων. Έτσι, η αναλογική φύση των επίμαχων στην κύρια δίκη τοπογραφικών χαρτών, η οποία απαιτούσε την ψηφιοποίησή τους μέσω σαρωτή ενόψει μεμονωμένης εκμετάλλευσης με τη βοήθεια προγράμματος γραφικών, δεν αποκλείει τον χαρακτηρισμό τους ως «βάσεως δεδομένων» κατά την έννοια της ίδιας οδηγίας.

    Το Δικαστήριο περαιτέρω, ανέφερε ότι ο χαρακτηρισμός ως «βάση δεδομένων» κατά την έννοια του άρθρου 1, παράγραφος 2, της οδηγίας 96/9 εξαρτάται από την ύπαρξη μιας συλλογής «ανεξάρτητων στοιχείων», ήτοι στοιχείων δυνάμενων να διαχωριστούν χωρίς να επηρεασθεί η αξία του πληροφοριακού, λογοτεχνικού, καλλιτεχνικού, μουσικού ή άλλου περιεχομένου τους (βλ. απόφαση Fixtures Marketing, C‑444/02, EU:C:2004:697, σκέψη 29). Σχετικά, η Verlag Esterbauer και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υποστήριξαν ότι το διαχωριζόμενο στοιχείο που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη αποτελείται από δύο δεδομένα τα οποία αντιστοιχούν, αφενός, στο «σημείο των γεωγραφικών συντεταγμένων», δηλαδή τον αριθμημένο κωδικό που αντιστοιχεί σε ορισμένο σημείο των συντεταγμένων του δισδιάστατου τετραγωνισμένου δικτύου και, αφετέρου, στην «υπογραφή», δηλαδή τον αριθμημένο κωδικό που χρησιμοποιεί ο εκπονών τον χάρτη για να προσδιορίσει ένα μεμονωμένο στοιχείο, παραδείγματος χάρη μια εκκλησία. Αναφέρουν ότι η πληροφοριακή αξία των δεδομένων αυτών σχεδόν εκμηδενίζεται μετά την εξαγωγή τους από τον τοπογραφικό χάρτη στο μέτρο που, όσον αφορά το ανωτέρω παράδειγμα, η υπογραφή «εκκλησία» την οποία φέρει ορισμένο σημείο των γεωγραφικών συντεταγμένων δεν επιτρέπει τη διαπίστωση ότι η εκκλησία ευρίσκεται σε συγκεκριμένη πόλη ή σε συγκεκριμένο χωριό, ελλείψει ακριβέστερων στοιχείων για τη θέση της εκκλησίας.

    Το ΔΕΕ παρέπεμψε στη νομολογία του, από την προκύπτει, αφενός, ότι όχι μόνον ένα μεμονωμένο δεδομένο, αλλά επίσης ένας συνδυασμός δεδομένων μπορούν να αποτελέσουν «ανεξάρτητο στοιχείο» κατά την έννοια του άρθρου 1, παράγραφος 2, της οδηγίας 96/9 (βλ. αποφάσεις Fixtures Marketing, C‑444/02, EU:C:2004:697, σκέψη 35, καθώς και Football Dataco κ.λπ., C‑604/10, EU:C:2012:115, σκέψη 26). Έτσι, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το άρθρο 1, παράγραφος 2, της οδηγίας 96/9 δεν αντιτίθεται στο να μπορούν να εκλαμβάνονται ως ανεξάρτητο στοιχείο, υπό την έννοια της προμνησθείσας διατάξεως, τα δύο δεδομένα που μνημονεύθηκαν στη σκέψη 18 της παρούσας αποφάσεως ή ένας σημαντικότερος συνδυασμός δεδομένων, όπως τα γεωγραφικά δεδομένα σχετικά με διαδρομές κατάλληλες για ποδηλάτες, ποδηλάτες ανώμαλου εδάφους και πεδιλοδρομείς, εφόσον, ωστόσο, η άντληση των εν λόγω στοιχείων από τον οικείο τοπογραφικό χάρτη δεν επηρεάζει την αξία του πληροφοριακού τους περιεχομένου κατά την έννοια της νομολογίας που παρατέθηκε στη σκέψη 17 της παρούσας αποφάσεως. Και αφετέρου, το Δικαστήριο έκρινε ότι η αξία του πληροφοριακού περιεχομένου ενός στοιχείου συλλογής δεν επηρεάζεται κατά την έννοια της προπαρατεθείσας νομολογίας εάν, μετά την εξαγωγή του εν λόγω στοιχείου από την οικεία συλλογή, το στοιχείο αυτό έχει αυτοτελή πληροφοριακή αξία (βλ. αποφάσεις Fixtures Marketing, C‑444/02, EU:C:2004:697, σκέψη 33, καθώς και Football Dataco κ.λπ., C‑604/10, EU:C:2012:115, σκέψη 26).

    Σύμφωνα με τη νομολογία αυτή,  η αυτοτελής πληροφορική αξία ενός στοιχείου που έχει αντληθεί από συλλογή πρέπει να εκτιμάται βάσει της αξίας της πληροφορίας όχι για τον μέσο χρήστη της οικείας συλλογής, αλλά για κάθε τρίτο που ενδιαφέρεται για το αντληθέν στοιχείο. Ως εκ τούτου, δεδομένα συλλογής που αποτελούν αντικείμενο αυτοτελούς οικονομικής εκμετάλλευσης, όπως τα δεδομένα που άντλησε η Verlag Esterbauer από τους τοπογραφικούς χάρτες του ομόσπονδου κράτους της Βαυαρίας, συνιστούν «ανεξάρτητα στοιχεία» μιας «βάσεως δεδομένων» κατά την έννοια του άρθρου 1, παράγραφος 2, της οδηγίας 96/9, καθόσον, μετά την εξαγωγή τους, τα εν λόγω δεδομένα παρέχουν πρόσφορες πληροφορίες στους πελάτες της εταιρίας που τα εκμεταλλεύεται.

    Βλ. την απόφαση εδώ